Πατερικές διδαχές
Ο Χριστός δεν θα αφήσει την Εκκλησία Του..
«Άς φροντίσωμε πρώτα να θεραπευθεί η ψυχή μας και τίποτε να μη μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μας.
Ο Χριστός δεν θα αφήσει την Εκκλησία Του, αλλά κι εμείς ό,τι μπορούμε να κάνουμε και μακάριοι όσοι θα μείνουν μέχρι θανάτου πιστοί, στην ορθόδοξη Πίστη και ομολογία».
Όσιος Φιλόθεος Ζερβάκος
Η μετάνοια σώζει
Κάποιος μεγαλόσχημος μοναχός του Αγίου Όρους, πέταξε το ράσο και πήγε στον κόσμο, για να ζήσει τη ζωή του.
Έζησε άσωτα με πολλές σαρκικές αμαρτίες και τελικά παντρεύτηκε. Απέκτησε 2 αγόρια και κάποια μέρα πήγε με την οικογένειά του για μπάνια σε κάποια παραλία της Χαλκιδικής.
Στην παραλία, καθώς ήταν ξαπλωμένος κάτω από την ομπρέλα, το μικρό του αγόρι του λέει:
– Μπαμπά γιατί έχεις στο στήθος σου ένα κόκκινο σταυρό και γράφει: “Ιησούς Χριστός νικά” και κάποια άλλα γράμματα της αλφαβήτου που δεν ξέρω τι σημαίνουν;
Δεν ήξερε το παιδί του, ότι ήταν πρώην μεγαλόσχημος. Ο πατέρας συγκλονίστηκε από την αποκάλυψη του γιού του. Ζήτησε να επιστρέψουν στο σπίτι τους και εκεί κλειδώθηκε στο δωμάτιο του και όλο το βράδυ έκλαιγε… Την άλλη μέρα εξομολογήθηκε και του είπε ο πνευματικός:
– Ο Χριστός παρότι Τον αρνήθηκες κατά επανάληψη και συνειδητά, εξακολουθεί να σε αγαπά αμείωτα! Όσο άπειρα σε αγαπούσε, όταν ήσουν μοναχός, άλλο τόσο σε αγαπά και τώρα!
Αυτά τα λόγια, τον χτύπησαν στο φιλότιμο. Γι’ αυτό αποκάλυψε στην γυναίκα του όλη την αλήθεια και συμφώνησαν να χωρίσουν με κοινή συναίνεση. Αυτός γύρισε πίσω στο μοναστήρι, ενώ η γυναίκα του έγινε αργότερα μοναχή, εφόσον πρώτα τακτοποίησε τα παιδιά τους.
Μετά από 17 χρόνια, επισκέπτεται ο γιός του μοναχού που είχε δει τα γράμματα στο στήθος του πατέρα του, το Άγιο Όρος και συγκεκριμένα τη μονή όπου μόναζε ο πατέρας του, χωρίς να το ξέρει.
Πάει στον ηγούμενο της μονής και ζητάει να εξομολογηθεί. Μετά την εξομολόγηση, ρωτάει τον ηγούμενο:
– Πάτερ, ψάχνω να βρω τον πατέρα μου. Έγινε μοναχός και τόσα χρόνια, δεν ξέρω που βρίσκεται. Μήπως μπορείτε να με βοηθήσετε;
Ο ηγούμενος κατάλαβε ποιανού γιός ήταν το παιδί αυτό και προσπάθησε επιμελώς να κρύψει τα δάκρυα της συγκίνησής του και του είπε:
– Παιδί μου κάτσε και σήμερα εδώ να ενημερωθώ και θα σε πω αύριο.
Πήγε ο ηγούμενος στον μοναχό – πατέρα του γιού, να τον ενημερώσει και του λέει:
– Τέκνο μου, ήρθε ο γιός σου ο μικρός στο μοναστήρι και σε ψάχνει. Θα ήθελες να τον δεις;
Εκείνος φανερά συγκινημένος και συνάμα προβληματισμένος του είπε:
– Γέροντα είδα τον άγγελο φύλακά μου και με αποκάλυψε, ότι σε 3 μέρες αναχωρώ στον άλλο κόσμο! Πες στο παιδί μου, ότι θα με δει σε 3 μέρες! Και όταν θα κοιμηθώ, τότε θα αποκαλύψεις, ότι εγώ ήμουν ο πατέρας του! Διότι θέλω να βάλω έναν κανόνα στον εαυτό μου, για όλα αυτά που έκανα στη ζωή μου…
Η πράξη του μοναχού, είναι πράξη τελείας μετάνοιας και η άρνησή του, να μην δει το παιδί του, είναι ανωτέρα αγάπη!
Ο ηγούμενος πήγε στο παιδί, το έπεισε να μείνει άλλες 3 μέρες στο μοναστήρι. Στην κηδεία που έγινε σε 3 μέρες, ο γιός παρευρέθηκε και ομολόγησε στον ηγούμενο:
– Γέροντα τέτοια κηδεία πρώτη φορά βλέπω! Άγιο λείψανο αυτός ο καλόγερος! Αυτός είναι καλόγερος!
Και όταν τον έθαψαν, ο ηγούμενος έκανε την μεγάλη αποκάλυψη στο γιό:
– Παιδάκι μου αυτός ο καλόγερος… ήταν ο πατέρας σου!
Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα
Με την αγάπη του Θεού ζούμε
«Η πιο μεγάλη αγάπη, που μπορεί να δείξει ο Θεός σε εμάς, είναι με το να μας κρατάει στη ζωή και να μας δίνει έτσι χρόνο για να μετανοήσουμε και να σωθούμε».
Γέρων Εφραίμ Σκήτης Αγίου Ανδρέου Άγιο Όρος.
Το θαύμα του σαρανταλείτουργου
Ἕνας βράχος ἔπεσε καὶ καταπλάκωσε πολλοὺς ἐργάτες σ’ ἕνα νταμάρι. Ἡ γυναίκα ἑνὸς ἀπ’ αὐτούς, ἡ κ. Ἀργυρώ, θεωρώντας νεκρὸ πλέον τὸν ἄνδρα της, ἔδωσε σ’ ἕναν παπᾶ ὅ,τι μποροῦσε ἀπ’ τὸ ὑστέρημά της, γιὰ νὰ κάμει σαράντα λειτουργίες ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸν τοῦ ἔδινε καθημερινὰ ἕνα πρόσφορο, ἕνα μπουκαλάκι νάμα καὶ μιὰ λαμπάδα.
Ὅταν ὁ ἱερέας ἔφτασε στὶς εἴκοσι λειτουργίες, ὁ διάβολος φθόνησε τὴν εὐλάβεια τῆς γυναίκας. Τῆς παρουσιάζεται λοιπὸν καὶ τῆς λέει, ὅτι ὁ παπᾶς ἔφυγε γιὰ κάποια ἐπείγουσα δουλειά του. Δὲν εἶχε νόημα νὰ τοῦ στείλει πρόσφορο. Θὰ τοῦ τὸ ἔστελνε τὴν ἄλλη ἡμέρα. Αυτὸ τῆς τό ’καμε τρεῖς φορὲς στὸ διάστημα τῶν σαράντα λειτουργιῶν.
Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ διασῶστες προσπαθοῦσαν νὰ ἀπομακρύνουν τὰ χώματα. Ἔβγαζαν συνεχῶς πολλοὺς νεκρούς. Σὲ κάποιο σημεῖο ἄκουσαν ἀπὸ τὸ βάθος μιὰ φωνή:
– Προσέξτε, ζῶ. Σκάψτε μὲ προσοχή, γιατὶ ἀπὸ πάνω μου εἶναι δυὸ πέτρες. Ἂν πέσουν θὰ μὲ θανατώσουν.
Οἱ διασῶστες κατάπληκτοι ἔσκαψαν προσεκτικὰ ἀπὸ τὰ πλάγια καὶ βρῆκαν τὸν ἄνθρωπο ζωντανό. Ἦταν ὁ ἄνδρας τῆς κ. Ἀργυρῶς!
Στὴν ἀπορία ὅλων πῶς ἐπέζησε τόσες μέρες χωρὶς τροφή, ἀπάντησε:
– Κάθε μέρα μοῦ ἔδινε κάποιος, χωρὶς νὰ τὸν βλέπω, ἕνα ψωμί, ἕνα μπουκάλι κρασὶ καὶ μιὰ λαμπάδα ἀναμμένη ποὺ ἔφεγγε μπροστά μου. Ἔτσι ἔτρωγα, ἐκτὸς ἀπὸ τρεῖς μέρες ποὺ δὲν ἔφαγα τίποτα, οὔτε φῶς εἶδα καὶ πικράθηκα πολύ, γιατὶ νόμισα πὼς γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου σταμάτησε τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ νὰ μὲ βοηθᾶ. Κι ἐνῷ περίμενα πὼς θὰ πεθάνω ἀπὸ τὴν πείνα καὶ τὴ δίψα, εἶδα τὴν ἀναμμένη λαμπάδα, τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ ξανὰ σὰν πρῶτα καὶ δόξασα τὸν Θεό, ποὺ δὲν μὲ ἐγκατέλειψε μέχρι τὸ τέλος.
Ο μέγας Ελεήμων μας φωνάζει κοντά Του
Φεύγε όσο γίνεται νωρίτερα απ’ αυτό το σκοτάδι, που σαν ιστός αράχνης απλώθηκε στην ψυχή σου. Όταν αμάρτησε ο Αδάμ, κρύφτηκε από το πρόσωπο του Θεού.
Όμως ο ελεήμων Δημιουργός δεν έφυγε από το πλάσμα Του αλλά πλησίασε και φώναξε τον Αδάμ: «Αδάμ, που είσαι;».
Κι εσένα φωνάζει, δεν Τον ακούς; Γύρισε το πρόσωπό σου προς το φως, γιέ του φωτός. Ο Πατέρας του φωτός σε καλεί με πύρινη αγάπη. Άκουσε και να ξέρεις: κανένας στο γένος σου και στον λαό σου δεν δοξάστηκε εκτός από εκείνους που δόξασαν τον Θεό.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς