Το παραμυθάκι της Φωνής
Ας τραγουδήσουμε με κέφι
Στην Αθήνα μες στο κέντρο φύτρωσε καινούργιο δέντρο / Είχε κόκκινα τα φύλλα και ολόγλυκα τα μήλα.
Ένα μικρό αγόρι το αγάπησε πολύ και το δέντρο αγάπησε το αγόρι και συνέχεια όταν καθόταν κάτω από τον κορμό του τραγουδούσε γλυκά:
‘Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά / κι η γη μας τόση δα μικρή.
Το αγόρι του ψιθύριζε:
”Ένα όνειρο που ονειρευόμαστε μόνοι μας είναι απλά ένα όνειρο. Ένα όνειρο που ονειρευόμαστε μαζί με άλλους είναι πραγματικότητα”.
Όμως το αγόρι της ιστορίας μας δεν πήγε στο δέντρο να ζητήσει, ούτε τα κατακόκκινα μήλα του, ούτε τα γερά κλαδιά του και δε χρειάστηκε ποτέ του να καθίσει στο ξεραμένο κούτσουρο της αγαπημένης του μηλιάς.
Αυτό το γελαστό παιδί μόλις είδε το όμορφο δέντρο από την αρχή σκέφτηκε πως έπρεπε να κάνει ένα αγώνα να δημιουργήσει κι άλλα δέντρα τόσο όμορφα.
Έτσι λοιπόν μάζευε τα κουκούτσια και τα φύτευε και πάντα σκεφτόταν πόσο όμορφα είναι τα δέντρα που μεγαλώνουν ελεύθερα στη φύση.
Και το παιδί μεγάλωνε και ωρίμαζε και έδινε και πρόσφερε.
Έμαθε κι ακορντεόν και τραγουδούσε γλυκά:
”Σαν τον αητό φτερούγαγε στη στράτα / τον καμαρώνει η γειτονιά στα παραθύρια / με χαμηλά τα μαύρα του τα μάτια / λεβέντης εροβόλαγε”.
Ήρθαν κι άλλα παιδιά κι άκουσαν το νέο τραγούδι
΄’Κανείς δεν μπορεί από μόνος τους να τραγουδήσει μια Συμφωνία. Χρειάζεται μια ολόκληρη ορχήστρα για να παιχτεί”.
Και τότε τραγούδούσαν κι εκείνα παρέα:
”Εάν όλοι βοηθήσουν να κρατήσουμε τον ουρανό, τότε ούτε ένας δεν θα κουραστεί”.
Κι ο ουρανός ο γαλάζιος ουρανός τραγούδησε μαζί τους:
”Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι / τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές / τ’ αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι / σου μάθαινε το αύριο και το χθες”.
Ύστερα ακούστηκε κι ένα άλλο τραγούδι. Κάποιοι το τραγούδησαν:
”σ’ έστησαν σε μια γωνιά και σημαδεύαν την καρδιά σου / σ’ έστησαν σε μια γωνιά κι ήταν πρωί και παγωνιά”.
Ζωή Μπούζα