Η Ιστορία της Νίκαιας
Με αφορμή την εορτή του Αγίου Νικολάου, πολιούχου Νίκαιας, και καθεδρικού Ομωνύμου Ναού, ας θυμηθούμε κάποια πράγματα για την ιστορία της πόλη μας:
Ταυτόχρονα με την εγκατάσταση των προσφύγων στο συνοικισμό της Νέας Κοκκινιάς υπήρξε έντονο ενδιαφέρον για τη δημιουργία ναού.
Σώζονται διάφοροι μύθοι για την προέλευση του ονόματος της πρώτης εκκλησίας. Ένας από αυτούς αναφέρει πως δόθηκε προς τιμή του (Μαύρου Καβαλάρη) Νικόλαου Πλαστήρα, ο οποίος, λόγο της Εκστρατείας, ήταν ήδη ένας ήρωας για τους Μικρασιάτες. Τον Σεπ. του 1922, ως “Αρχηγός” της Επαναστατικής Κυβερνήσεως, υποχρέωσε τον Κωνσταντίνο Α’ σε παραίτηση (του μοναδικού υπεύθυνου της Καταστροφής κατά τους Πρόσφυγες) και ηγήθηκε της μετεγκατάστασής τους στη νέα πατρίδα.
Λέγεται πως με προσωπική του μέριμνα, ανταποκρινόμενος στις εκκλήσεις του φωτισμένου Αρχιερατικού Επιτρόπου Νέας Κοκκινιάς Γερβασίου (κατά κόσμο Ευριπίδης Σουμελίδης και μετέπειτα Μητροπολίτη Γρεβενών), παραχωρήθηκε στρατιωτικό αντίσκηνο για την τέλεση των πρώτων λειτουργιών, έως την δημιουργία της ξύλινης παράγκας που εγείρετο σχεδόν ταυτόχρονα. Ως πρώτος (και παρότι ακόμα σε αντίσκηνο) χαρακτηρίστηκε εξ αρχής “Μητροπολιτικός”.
Αργότερα, την εκδοχή της ονοματοδοσίας έρχεται να πλαισιώσει η σύνδεση του ονόματος του Αγίου με την Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325 μ.Χ.) στην οποία ο Επίσκοπος Μύρων Νικόλαος χαστούκισε τον Άρειο (για τον αιρετικό του λόγο) και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον φυλάκισε. Έτσι, λίγα μόλις χρόνια αργότερα, το αφήγημα εμπλουτίζεται από τον Ιωάννη Μελλά (κατά την πρόταση του το 1939) ο οποίος περίτεχνα, σε ένα κείμενο βασισμένο στην ιεροσύνη, υπονοεί το όνομά του, συνδυάζοντας τη νέα ονομασία της πόλης και με το βίο του.
Μπροστά από την Οδό 8 (την θρυλική σουλάτσα του νυφοπάζαρου), μετέπειτα Επαμεινώνδα Χαρίλαου και σημερινή Παναγή Τσαλδάρη, δίπλα από την κεντρική πλ. Ελ. Βενιζέλου (που ως το θάνατο του εθνάρχη ονομαζόταν πλ. Αγ. Νικολάου) στήνονται τα θεμέλια της παράγκας. Το 1923 ξεκινά η ανέγερση του σημερινού ναού η οποία ολοκληρώθηκε το 1929 και εγκαινιάστηκε το 1930. Ο ναός αρχικά είχε ένα κωδωνοστάσιο όμως κατέρρευσε (πιθανόν λόγω κακοτεχνίας) και στη θέση του οικοδομήθηκε νέο το 1936, ενώ 14 χρόνια αργότερα (1950) κηρύχθηκε ο διαγωνισμός και για το δεύτερο.
Το εσωτερικό του αρχίζει να αγιογραφείται το 1945 από τους αδελφούς Σούτσου. Ο άμβωνας, το δεσποτικό, τα δυο προσκυνητάρια και το ξυλόγλυπτο τέμπλο, μεταφέρθηκαν σε κομμάτια από τον ΙΝ Αγ. Στεφάνου Νίγδης (στα κεντρικά και Νότια της Μικράς Ασίας) με φροντίδα του Γερβασίου, στην ανταλλαγή.
Κατά την παράδοση, ο Νικόλαος υπήρξε προστάτης των φτωχών, ενώ έδινε και δώρα σε παιδιά και απόρους, συνήθως στα κρυφά, χωρίς να αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Για αυτό στη Δύση η γιορτή του Αγίου Νικολάου, που λέγεται Santa Claus (σύντμηση του Santa Nicolaus), συνδέεται με τα Χριστούγεννα και με την ανταλλαγή δώρων που γίνεται τότε. Στην Ελλάδα ταυτίζεται η μορφή του Αη Βασίλη μ’ αυτό, που φοράει κόκκινα ρούχα και έχει λευκή γενειάδα, με τον βίο του Μέγα Βασιλείου, κυρίως για λόγους εορτολογίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην ουσία όμως ο συμβολισμός αναφέρεται στον Άγιο Νικόλαο και περιέχει στοιχεία από παγανιστικές, προχριστιανικές δοξασίες για τον “πατέρα του χιονιού”.
Αξίζει να ειπωθεί πως στην αρχαιότητα, ο Ποσειδών, ο θεός του υγρού στοιχείου, εορταζόταν στις 18 Δεκεμβρίου (όπως ο Άγιος Νικόλαος στο παλαιό ημερολόγιο, βλ. ημερομηνία γέννησης). Η παράδοση των εορτών του Ποσειδώνα, που σχετίζονται με τη θάλασσα και τους ναυτικούς, έχει περάσει μέσα στους αιώνες και έχει αναδειχθεί ως Χριστιανική εορτή προς τιμήν ενός Αγίου της εκκλησίας, ο οποίος είναι προστάτης των ναυτικών και συνέχεται με τη θάλασσα. Είναι το πάντρεμα των πρώτοχριστιανικών χρόνων, που γινόταν συχνά και λειτουργούσε ως πέρασμα, για τη μετάβαση από το παλιό στο νέο.
Γιώργος Βεράνης