Το παραμυθάκι της Φωνής
Το κλειδί της Πανδώρας
Στον παράδεισο αν θα φτάσεις / πέταξέ μου το κλειδί. / λέξη λέξη κάθε βράδυ / ανηφόριζε η ζωή / Ρετιρέ μεγάλα φώτα / μα στα υπόγεια όπως πρώτα / η αλήθεια μένει εκεί.
Φαντάστηκα το θεόρατο κλειδί, που κρατούσε στα χέρια της η Πανδώρα. Ανάλογο του κουτιού που ήταν το δώρο για τον Επιμηθέα Μεγάλη η πρόκληση μπροστά της
Μόνη της μπροστά στο θειο δώρο!
Και το άνοιξε Και ξεχύθηκαν όλα όσα είχε μέσα.
Γιατί όμως να βγήκαν μόνο άσχημα πράγματα και να έμεινε το καλό η ελπίδα ξανά φυλακισμένη;
Εάν υπήρχαν καλά κι αγαθά πράγματα που πήγαν;
Και τότε ένα μικρό παιδί μου έλυσε τη μεγάλη μου απορία
”Όλα πήγαν πάλι σε κείνον που τα έστειλε.
Όπως οι επιστολές που δε βρίσκουν παραλήπτη”.
”Και η Πανδώρα τι έγινε”; ρώτησα με ενδιαφέρον
”Φοβισμένη και πολύ μετανοημένη αποφάσισε να γίνει νεράιδα.
Να γυρίζει γύρω γύρω και να δίνει ελπίδα στους ανθρώπους που την είχαν ανάγκη” μου απάντησε η μικρή μου φίλη.
Μου άρεσε η σκέψη αυτή αλλά μου έμεινε πάλι μια απορία
Γιατί ενώ οι θεοί της χάρισαν όλα τα όμορφα και την έκαναν τόσο χαριτωμένη της έδωσαν κι αυτό το άχρηστο δώρο την περιέργεια και τα χάλασε όλα;
”Πάλι ένας θεός το έκανε ” μου ανταπάντησε η Αρετή η μικρή μου φίλη.
”Ο Ερμής της έδωσε τελευταίος το δώρο του αυτό”.
Βήμα βήμα θα πηγαίνω / Έτσι κάνω από παιδί / Βήμα βήμα πόντο πόντο / Συνεχίζω κι απ’ τα λάθη / με μαθαίνω απ’ την αρχή.
Ζωή Μπούζα