Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ.Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ

Γκανάσος ΓιάννηςΔιανύοντας το 21ο έτος της τρίτης χιλιετίας γινόμαστε όλοι καθημερινώς μάρτυρες μιας ραγδαία εξελισσομένης τεχνολογίας και της ταχείας εξάπλωσής της σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Την ίδια στιγμή αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε, και πόσο μάλλον να αφομοιώσουμε την νέα ψηφιακή καταιγίδα. Και ενώ θα έπρεπε να καθίσταται η ζωή μας πιο άνετη και ευτυχισμένη, παρατηρούμε μια διάχυτη μελαγχολία και εσωστρέφεια γύρο μας η οποία αγγίζει τα όρια της κατάθλιψης. Αμήχανοι διαπιστώνουμε ότι κλονίζονται όλες οι ηθικές αξίες που γνωρίζαμε έως τώρα. Ζούμε άραγε την εποχή του Μηδενισμού την οποία, τουλάχιστον, προ αιώνος κάποιοι διανοητές  προέβλεψαν;

Η ίδια γλώσσα πολλές φορές δεν είναι ικανή να εκφράσει αυτό το οποίο αισθανόμαστε ή μας συμβαίνει. Το άχρηστο έχει καταστεί πολύ σημαντικό στην σημερινή περιρρέουσα κουλτούρα μας, η οποία τείνει να αγνοεί και έχει εκπαιδευτεί να μην θέλει να ξέρει πλέον τι είναι όμορφο, τι είναι σωστό και κυρίως τι είναι αλήθεια. Θεμελιώδη χαρακτηριστικά του αρχαίου πολιτισμού μας. Έχει περιοριστεί σε αυτά και μόνον τα οποία αποκαλούνται Χρήσιμα Πράγματα. Βεβαίως όλα τα πράγματα έχουν μια πολυσημαντικότητα ή μια αμφισημία και αυτό είναι το ιερό.

Ο άνθρωπος όμως είναι απροσδιόριστος, και για να είναι σε θέση να επιτύχει κάτι πρέπει να λάβει μια μακρά περίοδο εκπαίδευσης. Θα τονίζαμε όμως, όχι μια οποιαδήποτε εκπαίδευση αλλά μόνον εκείνη η οποία θα του προσπορίσει παιδεία, δηλαδή μόρφωση, και αυτό επιτυγχάνεται μόνον με την προσέγγιση της φιλοσοφίας.

Πολλά τα προμηνύματα και οι φωνές των επαϊόντων που έρχονται από τα παλιά και χαρακτηρίζουν την εποχή μας ως μία εποχή Μηδενισμού ή Νιχιλισμού (Nihil=μηδέν).

Πρώτος ο γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε (Friedrich Nietzsche 1844-1900), υιοθετώντας μια λέξη του Ivan Turgeniev (Ιβάν Τουργκένιεφ 1818-1883), άρχισε να την σκέφτεται, να την επεξεργάζεται και να την αναγγέλλει μέσω των βιβλίων του ως το νόημα μιας εποχής που έρχεται. Προέβλεψε μάλιστα ότι δεν θα κατανοηθεί παρά μετά από πενήντα χρόνια και μάλλον είχε δίκιο. Ίσως χρειάστηκε πολύ περισσότερο.

Θεώρησε ότι ο δυτικός τουλάχιστον κόσμος έχει ήδη από καιρό βυθιστεί στον Μηδενισμό. Και για να κατανοήσουμε υπό ποία έννοια συνέβη αυτό το συμβάν, ας ξεκινήσουμε από τον ορισμό που δίνει ο ίδιος ο Νίτσε στην έννοια Μηδενισμός με τρεις σύντομες φράσεις. Λέγοντας ρητώς ότι σε περίοδο Μηδενισμού:

α) Λείπει ο σκοπός. β) Λείπει το γιατί. γ) Όλες οι αξίες υποβαθμίζονται.

Η νεολαία μας τα έχει χαμένα αγομένη και φερομένη άνευ σκοπού και οράματος. Σε όλους μας λείπει το ερώτημα και κυρίως μια ικανοποιητική απάντηση για το τι συμβαίνει γύρω μας. Και είναι σαφές ότι η υποβάθμιση των αξιών σηματοδοτεί την παρακμή τους. Βεβαίως, το ότι οι αξίες υποβαθμίζονται δεν δημιουργούν υποχρεωτικά κανένα μεγάλο πρόβλημα. Η ιστορία προχωρεί, ούτως ή άλλως, επειδή ακριβώς κάποιες αξίες υποβαθμίζονται και άλλες γεννιούνται αναβαθμιζόμενες, διότι οι αξίες είναι παράγοντες της κοινωνικής συνοχής.

Κάθε κοινωνία αξιολογεί ότι κάποιες αξίες της επιτρέπουν να ζει καλλίτερα σε σχέση με κάποιες άλλες.

Οι αξίες δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανθρώπινες αξιολογήσεις, και από αυτή την άποψη, υπόκεινται όλες στην μοίρα κάθε ανθρωπίνης τυπικότητας, ακόμη και αυτής της παροδικότητάς τους.

Μηδενισμός όμως σημαίνει κάτι περισσότερο.

Οι αξίες που προηγήθηκαν της εποχής μας έχουν μεν υποβαθμιστεί αλλά στην θέση τους δεν έχουν γεννηθεί άλλες, και με αυτόν τον τρόπο δεν μένει τίποτε από το οποίο να αγκιστρωθούμε.

Ο Heidegger (1889-1976) ο οποίος στοχάστηκε πολύ επάνω σε αυτές τις σκέψεις του Νίτσε, διαπιστώνει ότι η εποχή μας είναι μια εποχή ακραίας φτώχειας και η οποία χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι αφενός μεν δεν τράπηκαν σε φυγή οι θεοί και αφετέρου δεν έχουν εμφανισθεί οι ερχόμενοι. Βρισκόμαστε μετέωροι εν ολίγοις.

Κάποια στιγμή, όμως, ο Νίτσε θα ταράξει τα νερά με το: «ο Θεός είναι νεκρός». Κατεβαίνοντας ο Ζαρατούστρα από το βουνό συνάντησε έναν ευσεβή άνθρωπο που προσευχόταν και τον ρωτά:

  • Μα τι κάνεις;
  • Προσεύχομαι στον θεό.
  • Μα ακόμα δεν σου έχουν πει ότι ο Θεός είναι νεκρός;

Θα χρειαστεί χρόνος, απαντά, έως ότου να κατανοηθεί το νόημα αυτού του θανάτου.

Ιδού λοιπόν. Ας είμαστε ξεκάθαροι και ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε αυτή την φράση του Νίτσε.

Λέει ότι με νεκρό τον θεό όλα επιτρέπονται γιατί δεν γνωρίζουμε πια που είναι το ψηλά και που είναι το χαμηλά.

Κατακρημνιζόμεθα προς το άπειρο τίποτα.

Ο Μηδενισμός αγκιστρώνεται αυστηρά στον παρόντα θάνατο του θεού. Όταν, όμως, λέμε ότι κάποιος πέθανε, υπονοούμε ότι πριν ήταν ζωντανός. Έτσι, αν ο θεός είναι νεκρός σημαίνει ότι υπάρχει μια εποχή που ο θεός ήταν παρών.

Στον Μεσαίωνα, όπου η τέχνη είναι ιερή τέχνη, η λογοτεχνία μιλάει για την κόλαση και τον παράδεισο, άρα ο θεός υπάρχει.

Αν, όμως, από τον Μεσαίωνα αφαιρέσω την λέξη θεός, δεν καταλαβαίνω πλέον τίποτα από εκείνη την εποχή.

Ο θεός δημιούργησε τον κόσμο, ο θεός είναι ο κόσμος, ο μεσαιωνικός κόσμος είναι οργανωμένος γύρω από την ιδέα του θεού.

Άρα ο θεός ζει! Ο θεός υπάρχει! Και ερχόμαστε στο σήμερα.

Αν από τον σύγχρονο κόσμο, αφαιρέσουμε την λέξη θεός, συνεχίζουμε ακόμη να τον καταλαβαίνουμε;

Η απάντηση είναι ναι.

Αν όμως αφαιρέσω την λέξη χρήμα, τον καταλαβαίνω ακόμη τον σύγχρονο κόσμο; Όχι.

Αν αφαιρέσω την λέξη τεχνολογία, τον καταλαβαίνω ακόμη τον σύγχρονο κόσμο; Όχι.

Τότε, ο θεός είναι νεκρός, επειδή δεν είναι πλέον κόσμος, δεν δημιουργεί πλέον τον κόσμο, ο κόσμος δεν οργανώνεται πλέον, δεν γεννιέται πλέον και δεν εκφράζεται πλέον, ξεκινώντας από την ιδέα του θεού.

Ο θεός είναι νεκρός, δεν συμβάλλει πια στον κόσμο. Τον κόσμο τον φτιάχνει πλέον το χρήμα, ο κόσμος διέπεται από την τεχνολογία, ο κόσμος δεν συμβαίνει πλέον σύμφωνα με τον θεό. Ο θεός δεν είναι πια αυτό από το οποίο ξεκινώντας αντιλαμβάνομαι μια εποχή, άρα και υπό αυτή την συλλογιστική ο θεός είναι νεκρός.

Αν όμως ο θεός είναι νεκρός, τι συνεπάγεται;

Συνεπάγεται ότι ο κόσμος συμβαίνει σύμφωνα με άλλου είδους σενάρια μακράν του ιδίου. Και τα κυρίαρχα σενάρια είναι βασισμένα, σχεδόν αποκλειστικά, στο χρήμα και στην τεχνολογία.

Το χρήμα εμφανίζεται ως το μέσο εν όψει των πραγματοποιήσιμων σκοπών, οι οποίοι σκοποί είναι η παραγωγή των αγαθών για την ικανοποίηση των αναγκών. Οι οποίες ανάγκες, επί το πλείστον, είναι τεχνικές και επιβάλλονται μέσω της διαφήμισης.

Αλλά και η τεχνολογία φαίνεται να είναι ένα μέσο εν όψει των επιτευγμάτων που μπορεί να φτάσει κανείς χάρη στο τεχνολογικό μέσο. Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η τεχνολογία είναι ένα μέσο στα χέρια του ανθρώπου, όπως πολλοί πιστεύουν ότι το χρήμα είναι ένα μέσο στα χέρια του ανθρώπου, δηλαδή, συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε, δογματικά και βαυκαλιζόμαστε, ότι ο άνθρωπος βρίσκεται στην κορυφή όλων των πραγμάτων.

Η πραγματικότητα όμως μας διαψεύδει και όπως τόνισε και ο Χέγκελ (1770-1831), όταν ένα φαινόμενο αυξάνει ποσοτικά, δεν έχουμε μόνον μια ποσοτική αύξηση, αλλά έχουμε επίσης και μια ποιοτική αλλαγή του τοπίου. Η ποσότητα γίνεται ποιότητα.

Ας πάρουμε ένα πολύ απλό παράδειγμα: αν βγάλω μία τρίχα από το κεφάλι μου, εξακολουθώ να είμαι ένας που έχει μαλλιά, αν βγάλω δύο τρίχες, εξακολουθώ να είμαι ένας που έχει μαλλιά, αν βγάλω όλες τις τρίχες – ποσοτική αύξηση του φαινομένου – είμαι ένας φαλακρός. Δηλαδή επήλθε ποιοτική αλλαγή.

Η ποσοτική αύξηση του φαινομένου προκαλεί μια ποιοτική αλλαγή στο τοπίο. Ο πρώτος που συνειδητοποίησε αυτό το σενάριο ήταν ο Μαρξ, ο οποίος λέει: όλοι θεωρούν το χρήμα μέσο, εν όψει εκείνων των σκοπών, που είναι η παραγωγή των αγαθών και η ικανοποίηση των αναγκών.

Αλλά αν το χρήμα είναι η καθολική προϋπόθεση, για να ικανοποιηθεί οποιαδήποτε ανάγκη και να παραχθεί οποιοδήποτε αγαθό, το χρήμα δεν είναι πλέον ένα μέσο, αλλά ο πρώτος σκοπός, και τον οποίο, για να τον επιτύχουμε θα δούμε, αν θα ικανοποιήσουμε τις  ανάγκες και σε τι μέγεθος θα παραγάγουμε αγαθά.

Αυτό που συμβαίνει εδώ είναι ουσιαστικά ένα είδος αντιστροφής των μέσων σε σκοπούς.

Εκείνο που ήταν ένα μέσο ή που θεωρήθηκε ως μέσο έγινε ο πρώτος σκοπός, για την απόκτηση του οποίου θυσιάζονται εκείνοι που ήταν οι στόχοι. Την ίδια συλλογιστική, μπορούμε επίσης να την εφαρμόσουμε στην τεχνολογία.

Αν η τεχνολογία είναι η καθολική προϋπόθεση για την επίτευξη οποιουδήποτε σκοπού, τότε η τεχνολογία δεν είναι πλέον ένα μέσο, αλλά γίνεται ο πρώτος σκοπός που όλοι θέλουν. Διότι χωρίς την ύπαρξη αυτού του μέσου που έγινε σκοπός – καθ’ ότι καθολική προϋπόθεση για την επίτευξη όλων των άλλων σκοπών – όλοι οι άλλοι σκοποί δεν πραγματοποιούνται και γίνονται όνειρα.

Μόνον που το μέσο που γίνεται σκοπός δεν έχει στον ορίζοντα καμμία σκοπιμότητα (σκοπό). Το χρήμα για το χρήμα δεν έχει ορίζοντες σκοπιμότητας παρά την ποσοτική συσσώρευσή του.

Η τεχνολογία δεν έχει κανένα ορίζοντα σκοπιμότητας.

Αυτό που η τεχνολογία θέλει είναι η αυτο-ενίσχυσή της.

Και γεννάται το ερώτημα. Αυτή η αυτο-ενίσχυση έχει ανθρωπολογικούς σκοπούς για την ευημερία της ανθρωπότητας; Βεβαίως, Όχι!

Και επειδή η τεχνολογία δεν προχωράει αποβλέποντας στον σκοπό, εκείνα που θεωρούμε ως τεχνολογικά αποτελέσματα είναι στην πραγματικότητα διαδικασίες, άρα αποτελέσματα διαδικασιών χωρίς σκοπό.

Γιάννης Σ. Γκανάσος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *