Κατσουλού – Ζολώτα Μαντώ
Ομφάλιος Λώρος
Μικρή Πατρίδα, πνεύμα Φως, Κυρά της θάλασσας,
τη Γνώση βύζαξες στο κύμα, μες στον αφρό τραγούδι,
-στον ήλιο δίπλωσες ομφάλιο λώρο.
Και στο καμίνι της ψυχής εργάτες-μάγοι τα παιδιά σου,
πυρσούς ανάβουν λαμπερούς, δική τους γη φωτίζουν
την ώρα τη σωστή που διάλεξε το χώρο.
Πάπυρους, μάρμαρα, πηλό: τ’ απέθαντά σου τέκνα
-τα πολλούς αιώνες πριν- δεν τ’ άλλαξαν, ίδια μένουν
και χαρίζουνε δική τους την Ελλάδα.
Σε ξενιτιάς πελάγη πλεύσαν οι γιοί κι οι θυγατέρες,
και τ’ όνειρο, στον Όλυμπο ψηλά φτερούγησε και διάτα:
τη μάγισσα να διαφεντεύει χώρα.
Σηματωρός αποθυμιά: το αντίδωρο να ξαναπάρουν,
στου γυρισμού τους την στερνή την ταξιδεύτρα ώρα,
από του χωριανού παπά το χέρι.
Να φάνε στο χωριό ζεστό ψωμί από ξανθό κριθάρι,
να ξαναφτάσει, τον εσπερινό, της λαγκαδιάς τ’ αγέρι,
-εκεί που ρίξανε το πρώτο τους λιθάρι.
Μαντώ Κατσουλού – Ζολώτα
Από την ποιητική συλλογή
«Ωδή στην μικρή μεγάλη μου Πατρίδα»