ΤΗΣ MEΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Μεσούσης τῆς ἑορτῆς, διψῶσάν μου τὴν ψυχήν, εὐσεβείας πότισον νάματα ὅτι πᾶσι Σωτὴρ ἐβόησας· ὁ διψῶν, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω· Ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, Χριστὲ ὁ Θεὸς δόξα σοι.
Κάποτε ο Κύριος στάθηκε στην Ιερουσαλήμ «και έκραξε λέγων εάν τις διψά, ερχέσθω πρός με και πινέτω» (Ιωάν. ζ’, 37). Πρόσεξε πως το αναφέρει ο ευαγγελιστής: έκραξε. Ο Καλός Ποιμήν δεν ψιθυρίζει. Φωνάζει, κράζει το ποίμνιό Του, το καλεί στο νερό. Από την αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος ο Χριστός στέκεται στη μέση της ερήμου αυτού του κόσμου και κράζει σ’ όλους τους ταξιδιώτες που είναι εξαντλημένοι από τη δίψα. Ευλογημένοι είναι όσοι ακούνε τη φωνή Του και τον πλησιάζουν με πίστη. Ο Χριστός δε θα τους ρωτήσει ούτε ποια γλώσσα μιλάνε ούτε σε ποιο έθνος ανήκουν. Ούτε την ηλικία τους θέλει να μάθει ούτε αν είναι πλούσιοι ή φτωχοί. Θα δώσει σε όλους ύδωρ ζων για να τους ενισχύσει και να τους αναζωογονήσει, να τους ανανεώσει και να τους αναγεννήσει, να τους υιοθετήσει, να τους βγάλει από το πύρινο καμίνι αυτού του κόσμου και να τους οδηγήσει στη γη της επαγγελίας.
Πνεύμα Αγιο, Παράκλητε, προσάγαγε στον Κύριο Ιησού όλους εκείνους που οι ψυχές τους διψούν για την αιώνια ζωή και κραυγάζουν: «Η ψυχή μου διψά για το Θεό, για το Ζώντα Θεό!»
Άγιος Νικόλαος Αχρίδος