Θύμησες μιας ηλικίας, του Γιάννη Χατζημανωλάκη
Των: Γιάννη Χατζημανωλάκη,Δημήτρη Κρασονικολάκη
Η μνήμη μου επιστρέφει σήμερα σε καιρούς πολέμου. Δεν ξέρω γιατί πάντα τέτοιες μέρες, αναθυμάμαι τις δύσκολες στιγμές της δικής μου ζωής, τις δύσκολες στιγμές της γενιάς μου. Μιας γενιάς που δεν πρόλαβε να χαρεί κι είδε να διαλύεται μέσα στη συμφορά του πολέμου και της κατοχής το όνειρο των παιδικών χρόνων.
Ένα παιδί αναθυμάται σήμερα, ένα οχτάχρονο παιδί του 1941. Δεν ξέρω αν στην ιστορία αυτή αναβιώνει ο ίδιος ο εαυτός μου ή κάποιο άλλο από το ανώνυμο και πολύπαθο πλήθος των παιδιών της κατοχής, πάντως είναι πέρα για πέρα αληθινή. Ξανάρχεται μπροστά μου το ισχνό αγέλαστο παιδί με τα τριμμένα ρούχα, απομεινάρια της προπολεμικής εποχής, και τα μαύρα, ατημέλητα μαλλιά που μάταια πάσκιζε να τα συμμαζέψει κάτω από ένα “μπερεδάκι” με ξεθωριασμένο καφετί χρώμα.
Ήταν 31 Δεκεμβρίου 1941, παραμονή πρωτοχρονιάς, της πρώτης πρωτοχρονιάς της Κατοχής. Παντού συμφορά, οδύνη και πείνα. Το χιόνι είχε απλωθεί ολόγυρα μοναδικό λευκό σημείο στα σκοτάδια των καιρών. Και το παιδί με το ισχνό πρόσωπο και τ΄ ατημέλητα μαλλιά, έχοντας χάσει τα “νερά” του γύριζε δώθε κείθε προσπαθώντας να ανακαλύψει με την παιδική του όραση κάτι που θα του θύμιζε τις γιορτάσιμες μέρες, όπως στα προηγούμενα χρόνια.
Μάταια όμως. Τίποτε δε θύμιζε Πρωτοχρονιά. Οι “μποναμάδες” με τις αυτοσχέδιες παράγκες στη Λεωφόρο Βασ. Γεωργίου Α’ και στην Πλατεία Κοραή δεν υπήρχαν. Βέβαια και τώρα δεν υπάρχουν. Τις παρέσυρε στην καταλυτική ορμή τους η πρόοδος που μπορεί να έχει τα “καλά” της αλλά δεν παύει σύγκαιρα να εξαφανίζει από τη ζωή μας κάθε ίχνος γραφικότητας. Οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, οι βασιλόπιτες ήταν πια μια μακρινή ανάμνηση. Μάταια πάσκιζαν οι μανάδες να αντικαταστήσουν τις πρωτοχρονιάτικες λιχουδιές με τα “περίεργα” κατασκευάσματα των καιρών, τα μπομποτόψωμα και τις χαρουπόπιτες. Τίποτε, ούτε ένας μποναμάς, ούτε ένα πρωτοχρονιάτικο γλυκό. Μόνο το άγχος, το καθημερινό άγχος για το “ψωμί” που δεν έφτανε, για τις λαχανίδες που άρχιζαν κι αυτές να γίνονται σπάνιο είδος…
Μικροί χώροι τα κουρεία εκείνης της εποχής…
Μπαρμπέρικα τα έλεγαν και μπαρμπέρη τον κουρέα… φιλικά – περιπεχτικά…
Γειτονιά και κουρείο …ένα μεροκάματο έβγαζαν…
“…πάρε μου λίγο το σβέρκο… “πλήρωνες λιγότερα… “…ένα ξύρισμα…”, “…λίγο το μουστάκι… Το κουρείο ήταν ο χώρος αναζωογόνησης του άντρα της εποχής…
Έβγαινε από αυτό με άλλη διάθεση… μοσχομύριζε.
Υπήρχαν και κουρείς με καλλιτεχνική φλέβα… έβλεπες την κιθάρα κρεμασμένη στον τοίχο του κουρείου αλλά και…
Μια Χώρα Μόνοι Τους… Μια εποχή μύθων.
Υπάρχουν φορές που μία εποχή περικλείεται σε μία φωτογραφία. Το 1960, στο σπίτι του Βασίλη Τσιτσάνη, ο ίδιος με πιζάμα και ρόμπα, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης με κιθάρα και οι Κώστας Παπαδόπουλος και Λάκης Καρνέζης με μπουζούκια, ο Γιώργος Κοινούσης με ακορντεόν (όλοι με κοστούμια) δοκιμάζουν κάποιο καινούργιο τραγούδι στο σπίτι του συνθέτη. Στο τραπέζι μια κουλούρα ψωμί, ένα διαφημιστικό τσίγκινο τασάκι της Air France, ένα φλιτζάνι καφές. Ένα λιτό σκηνικό χειροποίητης παραγωγής από μια θρυλική παρέα και όλη η Ελλάδα του ’60.
Στη Νίκαια γινόσουν φίρμα
Σε κέντρα κοσμικά «Περιβόλας» & «Κεφάλας» στη Κοκκινιά! Στη Φωτο Παπαιωάννου Καίτη Γκρέυ…
Ο Πάνος Γεραμάνης (2007) για το ξεκίνημα της καριέρας της Δούκισσας (Φωταρά) άλλα και για τα δυο αυτά κέντρα γράφει:
«Η Δούκισσα εργάστηκε για μεγάλο διάστημα και στις γνωστές λαϊκές ταβέρνες της Κοκκινιάς, τον Κεφάλα (1956) και τον Περιβόλα. Όποιος πέρασε από εκεί, καθιερώθηκε. Ήταν σαν να έπαιρνε διαβατήριο για μια μεγάλη πορεία στο λαϊκό τραγούδι. Από αυτά τα δύο μαγαζιά πέρασαν δεκάδες κορυφαίοι λαϊκοί καλλιτέχνες, όπως οι Αργύρης και Μάρκος Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Περπινιάδης, Γαβαλάς, ‘Μπέμπης’, Ζαμπέτας, Χατζοπούλου, Ζαγοραίος, Αναγνωστάκης, Διονυσίου και άλλοι πολλοί. Τα δύο μαγαζιά ο ‘Περιβόλας’ και ο ‘Κεφάλας’ άφησαν εποχή στη νυχτερινή διασκέδαση. Στην ουσία, ήταν οικογενειακές ταβέρνες με πάλκο».
Θεοφάνεια 1997 στον Πειραιά
Αύριο που θα ξημερώσει η 6η Ιανουαρίου 2021 δεν θα εορταστούν τα Θεοφάνεια σε εξωτερικούς χώρους, άρα και στο λιμάνι μας στην Ακτή Μιαούλη στο ύψος του Αγίου Σπυρίδωνος (ίσως ριχτεί ο σταυρός από τον μητροπολίτη μας χωρίς την παρουσία πιστών).
Ο αγιασμός των υδάτων που τόσο καλά προετοιμαζόταν – δεκαετίες τώρα – από την εκκλησία και τον Δήμο, θα βρει τον κόσμο κλεισμένο στα σπίτια χάρις στο γενικό lockdown.
Η αναπόληση στο παρελθόν πρέπει να μας παρηγορεί, να μας υπόσχεται ότι θα περάσει η προσωρινή παύση, να μας καθησυχάζει ώστε να είμαστε σε αναμονή για την επόμενη φορά. Ίσως αυτή η δοκιμασία μάς ενδυναμώσει και συντελέσει στην αναβάθμιση των θρησκευτικών και κοινωνικών τελετών.
Τις φωτογραφίες τράβηξα στις 6 Ιανουαρίου 1997. Χαρτί Konica U.S.A. [Φωτογραφικό αρχείο Δημήτρη Κρασονικολάκη]
Χριστούγεννα στον Πειραιά του 1970
Πειραιάς! Πλησιάζουν Χριστούγεννα και οι ορέξεις των πολιτών επιβάλλεται να είναι σε υψηλά επίπεδα. Για αυτό, από τις αδημοσίευτες φωτογραφίες της συλλογής μου διάλεξα μια ακόμα ενδιαφέρουσα και ελκυστική…
Πασαλιμάνι, πλατεία Κανάρη, στα σιντριβάνια, όταν το επέτρεπε ο καιρός οι γονείς κατέβαζαν τα παιδιά τους, που κρατώντας αθώα παιχνίδια ένοιωθαν μια κάποια ελευθερία κινήσεων, πάντα κάτω από την επίβλεψή τους.
Χρονολογία, γύρω στα 1970. Στο βάθος κτήρια της Γρηγορίου Λαμπράκη, τότε Βασιλίσσης Σοφίας. Δεξιά η δενδροστοιχία και οι κατοικίες της Αγγέλου Μεταξά.
[Φωτογραφικό αρχείο Δημήτρη Κρασονικολάκη]
Ρόδον Το Αμάραντο {Παναγίτσα} – Αγιος Νικόλαος…
Σήμερα Ένιωσα Μεγάλη Αγαλλίαση Στην Λειτουργία… Όλα Ήταν Αλλιώς Και Ήθελα Να Το Ζήσω Να Το Δω Το Αλλιώς Πολλά Τα Συναισθήματα… Κατηφορίζοντας Προς Το Εκκλησάκι Του Αγίου Νικολάου Άγιασα Όλους Τους Δρόμους Την Θάλασσα Την Γειτονιά Μου Την Πολυκατοικία Το Σπίτι Μου..
Χρόνια Πολλά Σε Όλους Και Του Χρόνου Με Υγεία Αγαπημένοι Και Ελεύθεροι.
Χρόνια Πολλά Στον Φωτάκι Μου Τον Αδελφό Μου