ΑΘΗΝΑ ΠΕΤΡΙΤΣΑΙΝΑ – Κερκυραία ηρωίδα
Όταν βασίλευε ο Σουλτάνος Αχμέτ Γ’, οι Τούρκοι αγωνίζονταν να ανακτήσουν τις χαμένες οθωμανικές περιοχές τόσο από τους Ρώσους όσο και από τους Ευρωπαίους. Έτσι ξέσπασε ο Βενετοτουρκικός Πόλεμος (1715 – 1718). Τις βενετικές κτήσεις που βρίσκονταν στον ελλαδικό χώρο ανέλαβε να ανακτήσει ο Δαμάδ Αλής Κιουμουρτζής. Έπλευσε στο Αιγαίο με τον τουρκικό στόλο και κατέκτησε την Τήνο και έπειτα την Πελοπόννησο, το «Βασίλειο του Μορέως», αμαχητί. Μόνο τη χερσόνησο της Μάνης δεν μπόρεσε να υποτάξει, γιατί οι Μανιάτες, όπως γράφει ο Τεοντόρ Μπλανκάρ στο έργο του «Ο οίκος των Μαυρογένη» σελ. 47, «Οι Μανιάτες, αποσυρμένοι στα βουνά, συνέχισαν να υπερασπίζονται την ανεξαρτησία τους με τα όπλα στα χέρια». Έπειτα ο τουρκικός στόλος έπλευσε στο Ιόνιο και κατέλαβε το νησί της Λευκάδας αμαχητί.
Εν συνεχεία, μεγάλες δυνάμεις στρατού, 30.000 πεζοί και 3.000 ιππείς, με επικεφαλής τον Σερασκέρη Καρά Μουσταφά, αποβιβάστηκαν στις ανατολικές ακτές της πόλης της Κέρκυρας και κυρίως στα Γουβιά, έναν όρμο όπου βρισκόταν ο βενετικός ναύσταθμος. Εξήντα δύο μεγάλα πλοία, με επικεφαλής τον Μεχμέτ Κότζα, άρχισαν την πολιορκία την 1η Ιανουαρίου 1716. Οι Τούρκοι έμειναν στο νησί 48 ημέρες και η πολιορκία ήταν πολύ σκληρή. Οι Βενετοί στρατολόγησαν Ιταλούς και Γερμανούς και όλοι μαζί με τους Κερκυραίους και με αρχηγό τον Αυστριακό στρατάρχη Ιωάννη Ματθία φον Σούλεμπουργκ αμύνθηκαν σθεναρά.
Οι υπερασπιστές της πόλης, 5.000 δυνάμεις της φρουράς και 3.000 εθελοντές, απέκρουσαν τις λυσσαλέες επιθέσεις των Τούρκων και τους επέφεραν μεγάλες φθορές. «Ποτέ τα χριστιανικά όπλα δεν βρέθηκαν σε χειρότερη θέση. Πάνω στα τείχη όλοι, παπάδες και λαϊκοί, αστοί και νόμπιλοι, άντρες και γυναίκες, όλοι βοηθάνε, κουβαλάνε τραυματίες και αρρώστους, μεταφέρουν όπλα και τροφές, ενώ οι Εβραίοι ρίχνουν στους εχθρούς βραστό λάδι». «Ο στρατάρχης βάζει σκάλες στο οχυρό Σκάρπωνα και γκρεμίζει τους Τούρκους που ανεβαίνουν», γράφει η Νινέττα Χ. Λάσκαρι στο βιβλίο της «ΚΕΡΚΥΡΑ. Μια ματιά μέσα στον χρόνο 1204- 1864» (Εκδ. Σιδέρης, σελ. 55).
Ανάμεσα στους υπερασπιστές, ξεχωρίζει μια Κερκυραία γυναίκα, η Αθηνά Πετρίτσαινα. Έχει το γενικό πρόσταγμα σε ένα στρατιωτικό γυναικείο σώμα ανδρείων Αμαζόνων. Είναι η πονεμένη μάνα η οποία, αφού έθαψε τον μοναχογιό της που σκοτώθηκε πολεμώντας στα τείχη κατά την πολιορκία της πόλης, όπλισε τα χέρια των Κερκυραίων γυναικών.
«Τα άσπρα τους χέρια / κράτησαν όπλα φονικά / μαζί με βόλια. / Έσπερναν και θέριζαν / κραυγές πόνου κι εκδίκησης / από τους εχθρούς. / Αρειμάνιες γυναίκες / της Λευτεριάς και της Τιμής, / Εύγε». Κ.Μ.
Η δύναμή τους προστέθηκε στη λιγοστή δύναμη των υπερασπιστών τις κρίσιμες στιγμές που κινδύνευε η πόλη τους. Ανέβηκαν στο ίδιο βάθρο με τους ανδρείους αγωνιστές. Πολέμησαν γενναία στα τείχη. Οι Τούρκοι μέτρησαν 5.000 νεκρούς και πάνω από 500 τραυματίες.
Στη σωτηρία του νησιού, στην πιο κρίσιμη στιγμή, συνέβαλαν τόσο η άφιξη έξι ισπανικών πλοίων που ήταν εξοπλισμένα με πλήθος κανονιών όσο και η χαρμόσυνη είδηση της καταστροφής του οθωμανικού στρατού στο Πετροβαρδαϊνο της Ουγγαρίας από τα στρατεύματα του σπουδαίου πολέμαρχου Ευγένιου της Σαβοΐας, όπως γράφει ο Διονύσιος Χατζόπουλος στο βιβλίο του «Ο τελευταίος Βενετο – Οθωμανικός πόλεμος, 1714 -1718» (Εκδ. Παπαδήμα 2002, σελ.284).
Στις συνεχείς τουρκικές επιθέσεις που κράτησαν περίπου ένα μήνα έδωσε τέλος η νικηφόρος έξοδος των πολιορκημένων. Ο Σούλεμπουργκ εξήλθε από την πόλη και επιτέθηκε κατά των Τούρκων που προσπαθούσαν να διαφύγουν, με αποτέλεσμα να υποστούν αληθινή πανωλεθρία. Την 27η Ιανουαρίου 1716, ξέσπασε τρομερή καταιγίδα στο εχθρικό στρατόπεδο που κατέστρεψε τα πολεμοφόδια των Τούρκων, οι οποίοι, πανικόβλητοι, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω όπλα και αποσκευές, σε μια προσπάθεια να φτάσουν στην παραλία και να επιβιβαστούν στα πλοία που έφευγαν για τα Ιωάννινα. Η Νινέττα Λάσκαρι αναφέρει: «Αίφνης σφοδρή καταιγίδα διασκορπίζει τους Τούρκους, λαίλαψ ενσκήπτει… Τις άλλος αόπλοις χερσίν απώσατο τους βαρβάρους;» Οι Κερκυραίοι απέδωσαν τη φυγή των Τούρκων στον Άγιο Σπυρίδωνα, τον μεγάλο και παντοτινό Προστάτης τους, που «απειλούσε τους έντρομους εχθρούς με αναμμένο πυρσό».
Οι νικητές με τον ανδρείο Σούλεμπουργκ κατέλαβαν το Βουθρωτό, απέναντι από την Κέρκυρα, και στη συνέχεια έδιωξαν τους Τούρκους από τη Λευκάδα. «Στην δεύτερη πολιορκία της Κέρκυρας, το 1716, διακρίθηκε ξεχωριστά μια γυναίκα, η ΑΘΗΝΑ ΠΕΤΡΙΤΣΑΙΝΑ, μια αγνοημένη ηρωίδα…» Είναι η πρώτη περίπτωση μάχιμης γυναίκας που αναφέρεται στη νεότερη ελληνική Ιστορία. Δυστυχώς, ακόμα και τα γυναικεία σωματεία την αγνοούν.
Σήμερα η Κέρκυρα τιμά τους ήρωες και τους επιφανείς άντρες της με αγάλματα, μνημεία, ονοματοθεσίες οδών, πλατειών, οικισμών. Όπως τιμά τον στρατάρχη και υπερασπιστή της, Ιωάννη Ματθία Σούλεμπουργκ (1661-1747) με ανδριάντα που βρίσκεται στην είσοδο της γέφυρας του Παλαιού Βενετικού Φρουρίου. Ενώ στο βιβλίο του Γιάννη Τσανταρίδη «Η Ιστορία της Κέρκυρας μέσα από τους δρόμους και τα καντούνια της» (Ελληνοεκδοτική, σελ. 168-169), διαβάζουμε: «Στην περιοχή, στην οδό Πετρίδου, κατοικούσε η οικογένεια Γονέμη. Και τα δύο παιδιά της οικογένειας, ο Ιωάννης και ο Δημήτριος, πολέμησαν ηρωικά εναντίον των Τούρκων το 1716, όταν οι τελευταίοι ήρθαν να καταλάβουν την Κέρκυρα. Απόγονος αυτών ήταν ο Άγγελος Γονέμης, επιχώριος σύμβουλος της Ναυτιλίας και του Εμπορίου (1818). Επίσης η μητέρα του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, Αδαμαντίνη ή Αδαμαντία Γονέμη (1743-1818) ήταν κόρη του Κερκυραίου κόμη και ιατρού Χριστόδουλου Γονέμη, η οποία παντρεύτηκε τον Αντώνιο Μαρία Καποδίστρια, πατέρα του μετέπειτα κυβερνήτη της Ελλάδας.
Σκοπός μας με αυτό το κείμενο είναι να αναδείξουμε τόσο τη γενναία Κερκυραία ηρωίδα Αθηνά Πετρίτσαινα όσο και τις άλλες ανώνυμες Κερκυραίες γυναίκες που πολέμησαν για τη Λευτεριά, την Πίστη και την Πατρίδα. Έχουμε χρέος να τις γνωρίζουμε μέσα από τις ιστορικές σελίδες και να τις τιμούμε.
Τιμή και Δόξα στις αρειμάνιες γυναίκες. Επώνυμες και ανώνυμες. Αιωνία η Μνήμη
Κυριακή Μάγκουρα – Αγγελάκη