Η πρώτες ψύχρες του Σεπτέμβρη
Ας αφήσουμε για λίγο την καθημερινότητα. Ας δούμε για λίγο τη ζωή μας πιο διαφορετικά. Όσο και αν προσπαθούμε να κάνουμε τους αδιάφορους και τους ψυχρούς, όλο και κάποιες ματιές θα ρίχνουμε θαμπωμένοι, προς τη μεριά του ουρανού που είναι ασέληνος και όμως φωτίζεται από αυτή την εξωκοσμική υπογάλαζη και ομιχλώδη φωταψία της πόλης. Όχι! Να μη γίνουμε και τόσο ονειροπόλοι. Να μην μετατραπούμε σε λάτρεις των σπάνιων χαρών που μας δίνει η φύση! Όμως, βρε παιδιά, ας ξεκλέψουμε λίγες στιγμές από αυτά που συνήθως κάνουμε και ας απολαύσουμε την όμορφη ζωή, έστω και με τις όποιες ατέλειές της.
Σήμερα, αρχές Σεπτεμβρίου, κάθισα να ξαποστάσω για λίγο στο μπαλκόνι του σπιτιού μου. Μέσα έκανε μια ζέστη ανυπόφορη και βασανιστική, καθώς η τσιμεντένια ταράτσα είχε πυρώσει για τα καλά όλη μέρα. Έξω όμως είχε ψύχρα. Πάει το Καλοκαιράκι πέρασε και μαζί με το Φθινόπωρο που μπήκε πρέπει να φοράμε και καμιά ζακέτα το βραδάκι. Βέβαια δεν πρέπει να είμαστε δυσαρεστημένοι από τον καιρό. Όλο το Καλοκαιράκι με χαρά τη βγάλαμε και με τις ζέστες και τις δροσιές του.
Όμως εγώ εδώ στην βεράντα κάθομαι και χαζεύω τη δροσιά της νύχτας που πέφτει και τις λίγες νυχτερίδες που πετούν γύρω, προσπαθώντας να καθαρίσουν την ατμόσφαιρα από τα έντομα. Γιατί αυτές οι βραδιές, είναι από τα λίγα πράγματα που δεν έχουν πάψει να έχουν την ομορφιά της αθωότητας. Ξέρετε είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, όμως διάφορα είδη άγριων πτηνών ή και ζώων, πολλές φορές, έχουν εγκλιματιστεί μια χαρά στις πόλεις και δεν ενοχλούνται από την παρουσία του ανθρώπου. Εδώ στις γειτονιές του Πειραιά, προς το Κερατσίνι και τη Δραπετσώνα, έχουμε ακούσει πολλές φορές και κουκουβάγιες! Άστε τις δεκοχτούρες που είναι πολύ περισσότερες από μας τους ανθρώπους. Προχτές ακόμα μου έλεγε ένας φίλος για τις νυχτερίδες που υπήρχαν στο νησί Αγκίστρι. Ήταν μάλιστα φοβισμένος από την παρουσία τους, σε σημείο που ήθελε να διακόψει τις διακοπές του!
Ο ουρανός είναι πράγματι ολοκάθαρος και θα αναγκαστώ να παραμείνω για πολύ ώρα στο μπαλκόνι και να παρατηρώ αυτόν τον κλεφτοπόλεμο της νύχτας με τη δροσιά και τα φευγαλέα ανάλαφρα πετάγματα των νυχτερίδων! Πόσο σοφός ήταν ο Διογένης ο Κορίνθιος, όταν είχε πει το περίφημο, «μη μου στερείς ότι δεν μπορείς να μου προσφέρεις!». Και μιλούσε στον τότε κοσμοκράτορα, το βασιλιά της Μακεδονίας. Τίποτα δεν θέλω να διακόψει αυτή την όμορφη σχέση άνθρωπου και φύσης. Σήμερα δεν θέλω να ακούσω ούτε ειδήσεις ούτε τίποτα. Θέλω να στηρίξω το κεφάλι πάνω στα χέρια και αυτά πάνω στην κουπαστή της βεράντας και να μείνω έτσι μέχρι να κουραστώ. Είναι όλα τόσο όμορφα! Γιατί να ασχολούμαστε με οτιδήποτε άλλο; Τι μας ενδιαφέρει το τάδε ή το παρατάδε; Ποιος θα μας δώσει μια φωτεινή αχτίνα δροσιάς όπως η νύχτα αυτή του Σεπτέμβρη;
Τι είναι αυτό που μας κάνει να απαρνιόμαστε τη φύση και να της γυρνάμε την πλάτη; Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα από μια νυχτερινή βόλτα, έστω και μια ζακέτα για την βραδινή ψύχρα. Όμως εμείς, στημένοι μπροστά στις τηλεοράσεις ή με τα κινητά στο χέρι, προσπαθούμε να καταλάβουμε τα ακαταλαβίστικα. Δεν είμαστε λιγάκι τρελούτσικοι τελικά;