ΑΡΕΙΜΑΝΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ – Μέρος 2 (δ)
(Το πρώτο προεπαναστατικό στρατιωτικό σώμα γυναικών)
Σούλι, Σουλιώτες – Σουλιώτισσες
Το γεγονός του Ολοκαυτώματος στο Κούγκι ήταν η αφορμή για να αθετήσει ο Αλή Πασάς τη συμφωνία του προς τους Σουλιώτες. Τους κήρυξε λοιπόν ανελέητο πόλεμο μέχρι της τελικής εξόντωσής τους. Οι Σουλιώτες υποπτεύθηκαν τα σχέδια του πανούργου Βεζίρη και χωρίστηκαν σε τρία σώματα – φάλαγγες για τη μεγάλη έξοδο στις 16 Δεκεμβρίου 1803. Το πρώτο σώμα, με επικεφαλής τον Φώτο Τζαβέλα και τους Δήμο Δράκο και Τζίμα Ζέρβα με τις φαμίλιες τους, Τζαβελαίοι, Δρακάτοι, Ζουμπάτοι, Νταγκλάτοι, Καλογηράτοι, ανέρχεται σε 2000 ψυχές και κινείται προς την Πάργα που τότε ήταν ρωσική κτήση. Αντιμετωπίζουν με επιτυχία κάθε επίθεση και φτάνουν στον τελικό προορισμό τους, τα Επτάνησα. Είναι οι πρώτοι Σουλιώτες πρόσφυγες στην Κέρκυρα.
Η Μόσχω η καπετάνισσα ακολουθεί τα παιδιά της, τον Φώτο, τον Ζυγούρη ή Ζήκο και τη Σόφω. Ο Γεώργιος είχε σκοτωθεί στο Σούλι το 1802. Η μικρόσωμη ηρωίδα με το ωραίο πρόσωπο και την σπιθάτη ματιά «μαραίνεται». Η βροντερή φωνή της σιγεί. Ξεριζωμένη από τον αιματοβαμμένο αλλά ένδοξο τόπο της, το Σούλι, βαδίζει σε ξένη γη. Έχει αφήσει στα αγιασμένα χώματα τον άντρα της, τον Λάμπρο, και τον γιο της, τον Γιώργη, τον ανιψιό της, τον Κίτσο, και τόσους άλλους συγγενείς και συγχωριανούς. Πικραμένη, εξουθενωμένη, ζητά τη λύτρωση. Ο θάνατος δεν αργεί να έρθει. Το 1803 (κατ’ άλλους το 1804) πεθαίνει σε ηλικία 43 ετών στην Κέρκυρα.
Οι Σουλιώτες επέστρεψαν στον τόπο τους το 1820, μετά τη ρήξη του Αλή Πασά με τον Σουλτάνο. Μετέφεραν τότε τα οστά της καπετάνισσας και τα έθαψαν στον τάφο του άντρα της Λάμπρου στο νεκροταφείο του Σουλίου. Οι απόγονοί τους έστησαν εκεί τις προτομές του ηρωικού ζεύγους δίπλα – δίπλα, τιμώντας έτσι το ζευγάρι των εθνικών ηρώων. Ολόκληρη η οικογένεια των Τζαβελαίων, παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα θυσιάστηκαν για τη λευτεριά της πατρίδας. Προετοίμασαν το έδαφος για την Εθνική Παλιγγενεσία.
Ο Λάμπρος Τζαβέλας, ο ηγήτορας της μεγάλης φάρας των Τζαβελαίων, σκοτώθηκε στο Σούλι στη μάχη της Κιάφας το 1792 καθώς και τα αδέλφια του, Διαμαντής, Ζήκος ή Ζυγούρης και Γεώργιος. Με τη Μόσχω είχαν αποκτήσει τέσσερα παιδιά, τον Φώτο, τον Γεώργιο, τον Ζυγούρη και τη Σόφω. Ο πρωτότοκος Φώτος έγινε αρχηγός της πατριάς των Τζαβελαίων σε νεαρή ηλικία. Ως πολέμαρχος πολέμησε τα στρατεύματα του Αλή κατά το 1800 – 1803 με γενναιότητα ξεχωριστή. Οι αγωνιστές αργότερα ορκίζονταν «Στο σπαθί του Φώτου». Δηλητηριάστηκε από πράκτορες του Αλή Πασά στο 1809 ή 1810 στην Κέρκυρα. Ο δευτερότοκος γιος, ο Γεώργιος, σκοτώθηκε το 1802 στο Σούλι. Ο τριτότοκος γιος, ο Ζυγούρης, σκοτώθηκε στη μάχη της Καλιακούδας Ευρυτανίας στις 28 Αυγούστου 1823. Η κόρη της οικογένειας, η Σόφω, πήρε μέρος και πολέμησε ηρωικά σε όλες τις μάχες. Στην πολιορκία του Μεσολογγίου, 1825 – 1826, πληγώθηκε σοβαρά στο δεξί της μάτι. Ο εγγονός του Λάμπρου, Γεώργιος Τζαβέλας, γιος του Φώτου, σκοτώθηκε στη Μάχη της Ακρόπολης, τον Απρίλιο του 1827. Ο εγγονός του Λάμπρου, Κιτσάκης, γιος του Ζυγούρη, σκοτώθηκε στη μάχη της Καλιακούδας Ευρυτανίας, στις 25 Ιουλίου 1825. Ο δισέγγονος του Λάμπρου και εγγονός του Φώτου, Σπύρος Τζαβέλας, σκοτώθηκε σε ηλικία 16 ετών στη Μάχη του Πέτα το 1822, ενώ πολεμούσε γενναία στο πλευρό του πατέρα του Νικολάου. Ο δισέγγονος Νικόλαος, εγγονός του Φώτου και γιος του Δημητρίου, μαθητής του Γυμνασίου ακόμα, πολέμησε στο πλευρό του υπολοχαγού πατέρα του στη Μάχη του Τρίμποβου το 1897. Σκοτώθηκε στον πόλεμο της Μικράς Ασίας στο Κιουζούλ-Κουγιουντί το 1921. Ο δισέγγονος Δημήτριος, εγγονός του Φώτου και του Νικολάου, πήρε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Περισσότερα από 180 μέλη της πατριάς των Τζαβελαίων έπεσαν υπέρ Πίστεως και Πατρίδας. Η εμβληματική ένδοξη μορφή της Μόσχως, ως αρχόντισσα, ως μάνα, ως αρειμάνια γυναίκα αγωνίστρια απαθανατίστηκε στα δημοτικά μας τραγούδια. Το παρακάτω τραγούδι είναι εμπνευσμένο από η Μάχη της Κιάφας:
Η κυρα-Μόσκω φώναξε ’πο πάνω από την Κιάφα:
«Πού ’σθε παιδιά σουλιώτικα και σεις οι Τζαβελλάτες…
Μαζί μου τρέξτε, και άντρες και γυναίκες,
τους Τούρκους κατακόψετε, σπόρο να μην αφήσετε,
να μείνουν χήρες κι ορφανά γυναίκες και παιδιά τους,
να λένε πως τους σκότωσαν Σουλιώτισσες γυναίκες».
Η Μόσκω τότες όρμησε με το σπαθί στο χέρι.
«Τώρα θα ιδείτε πόλεμο, γυναίκικα τουφέκια».
Σαν τους λαγούς εφεύγανε και πίσω δεν κοιτάζουν
πετάξαν τα τουφέκια τους μόνο για να γλυτώσουν.
Να σημειώσουμε επίσης ότι το τμήμα του μονοπατιού που ακολουθεί τον ρουν του ποταμού Αχέροντα, κοντά στις πηγές του, μέσα στο επιβλητικό φαράγγι που ξεκινά από την περιοχή του Τρίκαστρου και καταλήγει στις πηγές του, ονομάζεται μέχρι σήμερα «Η Σκάλα της Τζαβέλαινας».
Κυριακή Μάγκουρα – Αγγελάκη)