Ο σκουπιδιάρης έρχεται!
Το καμπανάκι που ηχούσε από μακριά σήμαινε συναγερμό στη γειτονιά: ερχόταν το σκουπιδιάρικο! Οι νοικοκυρές έσπευδαν να βγάλουν στο κατώφλι τους τον σκουπιδοτενεκέ.
Μια και δεν είχαν εφευρεθεί οι πλαστικές σακούλες σκουπιδιών, τα απορρίμματα παντός είδους (από αποφάγια μέχρι κομμάτια εφημερίδας που είχαν παίξει το ρόλο του χαρτιού υγείας), έμπαιναν στον ζέχνοντα σκουπιδοτενεκέ που φυλασσόταν σε μια γωνιά της αυλής.
Σε τακτές ημέρες περνούσε το ανοιχτό φορτηγό του δήμου με έναν εργάτη στην καρότσα που, ισορροπώντας πάνω σε ένα μεγάλο σωρό σκουπιδιών, έπιανε στον αέρα τον γεμάτο σκουπιδοτενεκέ που του πετούσε από κάτω ο συνάδελφός του, άδειαζε το περιεχόμενό του δίπλα του και πετούσε τον άδειο σκουπιδοτενεκέ που έσκαγε στο έδαφος με πάταγο για να τον μαζέψει η νοικοκυρά.
Προχωρώντας αργά και κάνοντας στάση κάθε λίγα μέτρα το φορτηγό συνέλεγε όλα τα σκουπίδια από σπίτι σε σπίτι. Μετά πήγαινε στην επόμενη γειτονιά, η οποία είχε στο μεταξύ ειδοποιηθεί από το καμπανάκι που χτυπούσε κάθε τόσο με ένα σχοινάκι ο επί της καρότσας σκουπιδιάρης, στερεωμένο στο πίσω μέρος του κουβούκλιου του οδηγού.
Όταν γέμιζε εντελώς το φορτηγό, ο οδηγός έβαζε μπρος για την χωματερή για να αδειάσει εκεί την ανατρεπόμενη καρότσα.
Τα χρόνια πέρασαν, τα οικιακά σκουπίδια μπήκαν σε πλαστικές σακούλες… την θέση των ανοιχτών φορτηγών πήραν ειδικά κλειστά οχήματα με μηχανισμούς απορρόφησης και σύνθλιψης των σκουπιδιών.
Άρης Γαβριηλίδηης
Απόσπασμα από το βιβλίο
“Νοσταλγώντας τη δεκαετία του ’50- Η ζωή σε μια συνοικία του Πειραιά”