Το παραμυθάκι της Φωνής.Πολλά τα κάλλη του κόσμου
”Πάντα μου άρεσε να παίρνω μια ανάσα από το δειλινό, να μυρίζω τον αέρα, είτε είναι γλυκά αρωματισμένος με τα άνθη της άνοιξης ή με το γλυκό καλοκαίρι ή με τα φύλλα του φθινοπώρου, είτε με το κρύο από τον παγετό και το χιόνι!”
Είπε ο φίλος μας κοιτάζοντας έξω.
”Αν αυτό δε λέγεται φαντασία πώς λέγεται;” είπε ξαφνιασμένος κι ο σοφός παππούς βλέποντας αυτό το θεόρατο κουβάρι φτιαγμένο από χιόνι στην πλατεία του χωριού.
”Και δε μπορείς να πεις δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσει… γιατί λυπάσαι να το χαλάσεις” μου είπε η φίλη μου χαμογελώντας.
”Πόσα πολλά πράγματα δε θέλουμε να τα χαλάσουμε! Δε θέλουμε να τα χρησιμοποιήσουμε, δεν τ’ αγγίζουμε καθόλου, μην τυχόν φθαρούν! Κι αυτό γιατί υπάρχουν λόγοι που μας κρατάνε μ’ αυτά σφιχτά δεμένους” άκουσα να λέει κάποιος δίπλα μας.
”Με τον ήλιο συντροφιά μου, / και τη ζέστη στην καρδιά μου / σκέφτομαι σαν τα παιδιά / Φύσα αγέρα στα μικρά / το κουβάρι της χαράς / να λυθεί με ομορφιά” σιγοτραγουδούσε η φίλη μου.
”Θα φτιάξω πάνω στο κουβάρι / μια ζωγραφιά μεγάλη / για να χωρέσουν μονομιάς / του κόσμου όλα τα κάλλη” συνέχισε το τραγούδι κι ο σοφός παππούς.
Κι ο κόσμος έχει κάλλη αλλά…
Ζωή Μπούζα