ΑΓΙΟΣ ΑΛΕΞΙΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Κάθε άνθρωπος ερχόμενος στον κόσμον, ακολουθεί κάποια πορεία, που ίδιος επιθυμεί και την κρίνει σωστή. Οι επιλογές μας στην ζωή, είναι πάντα δύο. Στην πρώτην επιλογή, ανήκουν οι άνθρωποι, που επιθυμούν να κάνουν αυτό, που αρέσει μόνον στον εαυτόν τους. Αν λοιπόν επιθυμούμε, να ικανοποιούμε τον εαυτόν μας, με γήϊνες και φθαρτές απολαύσεις, τότε περιφρονούμεν την αγαθότητά του Θεού και δείχνομε αχαριστία στις ευεργεσίες Του.
Στην δευτέραν επιλογήν, ανήκουν οι άνθρωποι, που επιθυμούν να ζουν σύμφωνα με τις εντολές του Θεού.
Ζωντανό παράδειγμα ο ταπεινός και σεμνός Αλέξιος, που από μικρός ποθούσε τα ουράνια αγαθά. Ήταν ευσεβής, μελετούσε τους Πατέρας της Εκκλησίας, ακολουθούσε ουρανόδρομη πορεία. Είχεν λάβει από τους γονείς του αρίστην παιδείαν, η καρδιά του φλεγόταν από θείον έρωτα, με αποτέλεσμα να ανέχεται τις αδυναμίες των άλλων και να σηκώνει τον σταυρόν τους.
Ο Άγιος, αξιοποίησε τα δώρα του Θεού, προς όφελος των συνανθρώπων του και διακρίθηκε διά την ένθεον ζωήν, την ταπείνωσιν, την ευσέβειαν και την, κατά θεϊκήν επιταγήν, θεόκλητον προσωνυμίαν «Άνθρωπος του Θεού». Είναι ο Άγιος Αλέξιος, ο εορτάζων την 17η Μαρτίου και ο μόνος άνθρωπος επί γης, που φέρει αυτόν τον τίτλον.
Εγεννήθην στην Ρώμην από ευσεβείς και ευπόρους γονείς, τον Πατρίκιον Ευφημιανόν και την Αγλαϊδα. Έλαβε κατάλληλον παιδείαν, ήταν σοφός και θεοδίδακτος.
Αντάλλαξεν την ματαιότητα της γήϊνης δόξας, με την άφθαρτον δόξαν της ουρανίου βασιλείας. Εγκατέλειψε του κόσμου την ευχαρίστησιν και έμεινεν σταθερός, στον πνευματικόν πλούτον. Ο Θεός τον έκανε σοφόν, αγαθόν, δυνατόν, φιλάνθρωπον, σπλαχνικόν. Με έναν λόγον είχεν όλα τα θεία χαρίσματα και έγινε ταυτόσημος με τον Θεόν.
Οι γονείς του όμως, είχαν άλλην γνώμην, επιθυμούσαν να μείνει κοντά τους και να γίνει άξιος και δυνατός του πλούτου και της δυνάμεως τους. Για τον λόγον αυτόν, θέλησαν να τον παντρέψουν, Βρήκαν μίαν πανέμορφην κοπέλα, με βασιλική καταγωγή. Σε ηλικία 16 ετών, ετελέσθη πολυτελής και λαμπρός γάμος. Δυστυχώς, ο γάμος δεν καρποφόρησεν. Μετά την γαμήλιον τελετήν, το ίδιο βράδυ, ο Αλέξιος, αφού έδωσε στην γυναίκα του, το δακτυλίδι του, έφυγε από το σπίτι, επιβιβάστηκε σε καράβι, με προορισμόν την Συρίαν κα την ασκητικήν ζωήν.
Οι γονείς του τον αναζητούσαν, αλλά ματαίως ο αγαπημένος τους υιός βρισκόταν μακριά. Τα πολυτελή του ενδύματα, τα έδωσε στους πτωχούς, καθώς και τα χρήματά του. Ζούσε σαν ζητιάνος, με προσευχή και νηστεία.
Για να μην γίνει όμως γνωστός, έφυγεν από την Συρίαν, επήγε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας και ζούσε με τον ίδιον τρόπον. Φόρεσε κουρελιασμένα ρούχα, καθάριζε τον νάρθηκα, του Ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, δέκα επτά χρόνια, ζητιανεύοντας. Κανένας δεν τον εγνώριζε, ούτε και ο πατέρας του, που έφθασε μέχρι εκεί αναζητώντας τον.
Κάποια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκεν στον νεωκόρον του Ναού και του είπε να φέρει μέσα τον άνθρωπον του Θεού και του υπέδειξεν αυτόν, που εκάθητο στα σκαλιά της Εκκλησίας, ήταν ο άνθρωπος, που αναζητούσαν.
Όταν κατάλαβε, ότι τον γνώρισαν, πήρε πάλι το καράβι να πάει στην Ταρσόν της Κιλικίας, την πατρίδα του Αποστόλου Παύλου. Σφοδρή καταιγίδα, όμως άλλαξεν την πορεία του πλοίου και το οδήγησεν στην Ρώμη.
Ο Αλέξιος κατάλαβε, ότι ο Θεός ήθελε να γυρίσει στο σπίτι του. Αποφάσισεν λοιπόν να μείνει ως ζητιάνος, έξω από το σπίτι του και να του δίνει ο υπηρέτης του πατέρα του, λίγο φαγητό. Έμεινε και εκεί άγνωστος, για δέκα επτά χρόνια.
Όταν πλησίασε το τέλος του, έγραψε σε ένα χαρτί τον βίον του. Μία Κυριακή, την ώραν της Θείας Λειτουργίας, ακούστηκε μία φωνή από το άγιο Θυσιαστήριο να λέγει: «ζητήσατε τον άνθρωπο του Θεού» και τους κατεύθυνε προς το σπίτι του Ευφημιανού. Την ώρα, όμως, που ετοίμαζαν τον νεκρόν, βρήκαν στα χέρια του, το σημείωμα, που έγραφε ποιος είναι. Οι γονείς και η σύζυγός του ξέσπασαν σε θρήνο. Μετέφεραν το Άγιον λείψανόν του με τιμές, στο Ναόν του Αγίου Βονιφατίου, το οποίον άρχισεν να θαυματουργεί και να ευωδιάζει. Η Εκκλησία τον ανεκήρυξεν Άγιον.
Αγαπητοί μου Αναγνώστες, ο Θεός δεν μας ξεχνά, στέλνει διαρκώς Αγίους , για να καθοδηγούν την ζωήν μας. Ο «Άνθρωπος του Θεού», παράδειγμα ταπεινώσεως, ευσέβειας, αγάπης.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ.
Μαρία Τσακανίκα