Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ.ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
Ο Μέγας Κανών είναι ύμνος, που συνέθεσεν ο Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης, Επίσκοπος Κρήτης. Μεγάλος εκκλησιαστικός πατέρας, μέγας ποιητής και υμνογράφος. Εγεννήθην στην Δαμασκόν το 660μ.Χ. Ο ζήλος του για τα πνευματικά τον έφερεν κοντά στον Θεόν. Σε ηλικίαν 15 ετών κατατάχθηκε στο κλήρον του Πατριαρχικού θρόνου των Ιεροσολύμων.
Ο Ύμνος αυτός είναι ένα από τα σπουδαιότερα έργα του, βαθύς σε νοήματα, κατ’ εξοχήν πρωτότυπος και ό μεγαλύτερος από τους κανόνες της βυζαντινής Υμνογραφίας, εξ ου και η ονομασία του. Ανεδείχθην κυρίαρχον ποιητικόν είδος στην λειτουργικήν ζωήν της Εκκλησίας. Η αξία του είναι μεγάλη από αισθητικής και θρησκευτικής πλευράς και κατέχει εξέχουσαν θέσιν στην λατρείαν της Εκκλησίας. Αποτελείται από 11 ειρμούς και 250 τροπάρια.
Το θέμα του Μεγάλου Κανόνα είναι η παρουσίασις της τραγικής καταστάσεως του ανθρώπου της πτώσεως και η θερμή παράκλησις, για μετάνοιαν και επιστροφήν στον αληθινόν Θεόν. Συνέθεσεν τον Κανόνα, ως εγερτήριον σάλπισμα, με σκοπόν να φέρει τον άνθρωπον σε συναίσθησιν της αμαρτωλότητός του. Ο αμαρτωλός άνθρωπος θυμάται ότι ο Θεός τον έπλασεν τέλειον, με σκοπόν να του ομοιάσει και να οδηγηθεί στην θέωσιν. Αυτός όμως παρήκουσεν την εντολήν του και «Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος», γράφει ο Απόστολος Παύλος, στην προς Ρωμαίους επιστολή (στ΄18-23). Δηλαδή, ο μισθός της αμαρτίας του ήταν ο θάνατος.
Αισθανόμενος όμως το βάρος της αμαρτίας του συντρίβεται, η συνείδησις τον ελέγχει, η αμαρτία τον πνίγει, θρηνεί και ανοίγεται ο δρόμος της μετάνοιας και η ένωσις με τον Θεόν και την αιώνιον ζωήν.
Ο Άγιος Ανδρέας αντλεί τα θέματά του από τα Βιβλίον της Π.Δ. και Κ.Δ. Τα βιβλικά, πρόσωπα, που αναφέρονται, κρίνονται από την συμπεριφοράν τους, προς τον νόμον του Θεού. Έτσι προβάλλεται η παιδαγωγική τους αξία, είτε προς αποφυγήν, είτε προς μίμησιν
Ο άνθρωπος δυστυχώς έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως τις καλές πράξεις των Αγίων. Τα βιβλικά όμως παραδείγματα τον ενθαρρύνουν, όπως του Δαυίδ, του τελώνου, της πόρνης, του ληστού και οδηγείται μόνος του συντετριμμένος στην μετάνοιαν.
Ο Ύμνος είναι το κύκνειον άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος. Ίσως ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του και αναλογίζεται την κρίσιν του δικαίου Θεού. Η φωνή του Θεού ακούγεται να του λέγει: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;». Είναι στίχος από το Κοντάκιον, πολύ αγαπητός στους πιστούς. Ακολουθεί όλόκληρον το τροπάριον».
«Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις; Το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψον, ίνα φείσηταί σου Χριστός, πανταχού πληρών», Ερμηνεία: «Ψυχή μου, ψυχή μου, σήκω επάνω, γιατί κοιμάσαι; Το τέλος της ζωής πλησιάζει και σε αναμένει ταραχή. Ξύπνα λοιπόν, για να σε λυπηθεί Χριστός, ο Θεός, Αυτός που βρίσκεται παντού και τα πάντα γεμίζει η παρουσία Του».
Σε ποίαν ηλικίαν έγραψε τον Ύμνον είναι άγνωστον. Μας δίνουν όμως κάποια βοήθεια, μερικά προσωπικά στοιχεία του Κανόνα. Από την α΄ ωδήν, στο 14ον τροπάριον, περίπου αναφέρει την ηλικίαν του και την μετάνοιάν του. Γράφει: «Ερριμένον με Σωτήρ, προ των πυλών σου, κάν εν τω γήρα μη με απορρίψεις…». Με πολύ απλά λόγια το νόημα: «Ήλθα Χριστέ μου, μπροστά στην πόρτα Σου, τώρα στα γεράματά μου, μη με διώξεις, δώσε άφεσιν των αμαρτιών μου, πριν έλθει η ώρα του θανάτου μου».
Ο Ύμνος ψάλλεται τμηματικά την Δευτέραν, Τρίτην, Τετάρτην και Πέμπτην, της Α΄ εβδομάδος των νηστειών. Ολόκληρος στον όρθρον της Πέμπτης, της ε΄ εβδομάδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Αγαπητοί μου Αναγνώστες, ας προσέλθομεν στο λουτρόν των δακρύων, στον δρόμον της μετανοίας, για να συμμετέχομεν στον Δεσποτικόν Δείπνον «κεκαθαρμέναις διανοίαις», την Αγίαν νύκτα της Αναστάσεως.
Ας παρακαλέσομεν με πίστιν τον ποιητήν και Υμνογράφον:
Άγιε Ανδρέα πρέσβευε, Εσύ που έχεις παρρησία,
Δι’ ημάς τους αμαρτωλούς να βρούμε σωτηρία.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΛΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ
Μαρία Τσακανίκα