Κάσσης Μιχάλης
Ειρήνη
Τι καθαρός που είναι ο ήλιος της ειρήνης,
του ’χουν σαπουνίσει το κεφάλι τα νέα κορίτσια
στη γούρνα της γηστέρνας που βγάλαν με γέλια νερό
και τα παιδιά τρέχουν καμπανίζοντας τα βήματά τους
να πιούν απ’ το σίγκλο που ’βγαλαν,
θάναι καταδροσερό απ’ την ανάσα τους.
Το αλώνι κοιμάται,
ακόμα δεν στριφογυρίζουν
κουρασμένα τα ζωντανά,
τεράστια πολλά βυζιά οι θημωνιές
δίπλα στην κοιλιά του.
Τα κομπουτά δάκτυλα της μάνας μας
μυρίζουν ξερό στάρι και ήλιο.
Μάνα πότε τα χελιδόνια
θα κολλήσουν στα κουρασμένα χέρια σου;
Εσύ ξέρεις, γιατί είσαι κουρασμένη,
γιατί το περιστέρι δεν έφτιασε φωλιά
και το βράδυ κλειδαμπαρώνεις τον φόβο σου
και συλλαβίζεις τις περικεφαλίδες των βιβλίων.
Αχ, πότε θα ανθίσει ο κήπος
στις καρδιές μας;
Μιχάλης Κάσσης
Από την ποιητική συλλογή
«Ποιώντας»