«Μικρό ηρώο για τον Αλέκο»
“Πρωτομαγιά καλέ μου/ πρωτολεβέντη μου / μας βρήκε λαβωμένους/ στο φαρδύ φτερό / αχ χιόνια χιόνια χιόνια/ λουλούδια που ’γιναν / πώς αναλάμψαν νύχτα/ κι αγερομαδήσαν. / Κάνω να πω φεγγάρι/ να πω βουνό / το στόμα αίμα γεμίζει/ και δαφνοκάρβουνο / ρούχο δε μου ‘χει μείνει/ να σκεπαστώ / κατάσαρκα φοράω/ το κο- το κόκκινο. / Πώς πάει μαζί το κάλλος/ με την αντρειά / πώς σμίγουνε τα χέρια/ έρως και θάνατος / να κρύψω μες στα θάμνα/ τη ζω- τη ζωή σου / αυγή και θα ‘βγει ο γήλιος/ κι η πληγή πληγή.”
Ο Γ. Ρίτσος μπροστά στη σωρό του Αλέκου