Μικέλης Αντώνης
Μπουρίνι
Ο ήλιος έγειρε θολός
θολός κοκκινισμένος,
και βούλιαξε στη θάλασσα,
σαν να ’ταν πικραμένος.
Να κι ένα μαύρο σύννεφο
τον ουρανό σκεπάζει,
κι έν’ αστεράκι παρ’ εκεί
κλεφτά κρυφοκοιτάζει.
Η Πούλια σαν τ’ αντίκρυσε
με τ’ άστρα της τα έξι,
αμέσως το κατάλαβε
πως ώρα είν’ να βρέξει.
Φώναξε τ’ αστεράκια της
να ’ρθουν ολόγυρά της,
και κρύφτηκε δειλά – δειλά
μη βρέξει τα φτερά της.
Άστραψε στην Ανατολή
και βρόντησε στη Δύση,
και να το σύννεφο έφτασε
νερό να μας γεμίσει.
Σκοτείνιασε ο ουρανός
κι οι γλάροι αγριεμένοι,
γιατί γνωρίζουν πιο καλά
το τι τους περιμένει.
Να μια βαρκούλα στα βαθιά
με το φτωχό ψαρά της,
είδε την μπόρα π’ άστραψε
και τρέχει στα νερά της.
Και άλλη μια πιο ρηχά
ζευγάρι στη φωλιά τους,
η αστραπή τους έλυσε
την όμορφη αγκαλιά τους.
Αφήνει τα δίχτυα ο ψαράς
ο ζεύγος τα φιλιά τους
κι οι γλάροι τρέχουν γρήγορα
να πάνε στη φωλιά τους.
Αντώνης Μικέλης
Από την ποιητική συλλογή
«Πίσω από ένα φινιστρίνι»