Λαουτάρης.Ι. Εμμανουήλ
Στην Πεντέλη
Αυτό το λιόγερμα που ’πες σε πάω στην Πεντέλη,
έβλεπα να ’τανε ατέλειωτος ο δρόμος,
μα όταν ο τοίχος της Μονής φάνηκε εν τέλει
ένοιωσα ήρεμα και πως δεν ήμουνα πια τώρα μόνος.
Κάτω απ’ τα πόδια μας νάν’ απλωμένη η Αθήνα,
μοναχοκόρη, που λουζότανε με φώτα
και τυλιγμένη στη μαντήλα σου τη φίνα
να μ’ οδηγείς για του Θεού την Άγια Ρότα.
Με τις σκιές να συντροφεύουνε τη στράτα,
μπήκαμε έτσι βιαστικά στην εκκλησία.
Εσπερινός, με δυό κεριά καλοσυνάτα
και γύρω γεύση από Θεία πανδαισία.
Κι όταν στο τέλος το «δι ευχών» μας ευλογάει
νοιώθω η ψυχή μου, χάρη να ’χει πλημμυρίσει
και να ο παππούλης παρεούλα που μας πάει,
στ’ αρχονταρίκι για να μας καλωσορίσει.
Λίγα γλυκά μαζί μ’ ευχές, το τζάκι καίει,
και κουβεντούλες που σαν βάλσαμο σταλάζουν,
λόγια σοφά του γέροντά σου για το τι φταίει
που τη ζωή μας, καημοί και λάθη πικρά χαράζουν.
Και πάλι η στράτα, οι σκιές, και ένα μνήμα,
η ματαιότητα σιωπηλά γύρω πλανιέται,
κι εμείς σε λίγο μες στην πολύβουη πάλι Αθήνα
που σαν θηρίο της Αποκάλυψης, όλο βρυχιέται.
Εμμανουήλ Ι. Λαουτάρης
Από την ποιητική συλλογή
«Ζωγραφίζοντας με λέξεις»
Εκδόσεις Εριφύλη 2009