Κάσσης Μιχάλης
Ο παππούς μου
Το τραγούδι σου δεν ξέραμε
αν ήταν από χαρά ή πίκρα,
αν ήταν τραγούδι ή μοιρολόϊ.
Μοίραζες την μπουκιά σου,
σαν αντίδωρο στου δικού σου μνημόσυνου.
Εκεί που πάλευες μερονυχτίς
πλανιέται το σκάχτρο σου.
Ακόμα διαβάζουμε τα μονοπάτια
που έφτιαχνες να πάνε στα χωράφια,
εκείνα που πριν δεν υπήρχε τίποτα.
Η μπουκιά των άλλων ήταν προσευχή σου.
Εικοσιδυό ώρες δουλειά,
ποτέ δεν είπες πέθανα από κούραση,
αλλά την φχαριστιόσουν.
Είχες ζημωθεί κι είχες καλοψηθεί,
σαν το καρβέλι πούθελες να χορτάσουν
όλοι που γνώριζες.
Μιχάλης Κάσσης
Από την ποιητική συλλογή
«Ποιώντας»