Αβούρης Μιχάλης
Περιμένοντας ψάρι
Δόλωσα την πετονιά μου,
και την έριξα βαθειά,
αλλά εδώ και μία ώρα,
δεν επήρα ούτε τσιμπιά.
Βρε παιδιά τους είχα βάλει,
δόλωμα εξαιρετικό,
και περίμενα να βγάλω,
ψάρι επάνω από κιλό.
Αλλά μάλλον ξενυχτούσαν,
και γλεντούσαν στον γιαλό,
κι’ εγώ άδικα προσμένω,
συναγρίδα ή ροφό.
Πάλι θα γυρίσω άδειος,
και με πονηρή ματιά,
θα μου πει η γυναίκα πάλι,
-δεν τα χάφτω εγώ αυτά.
Πάλι με μικρούλα ήσουν,
και ψαρεύατε μαζί,
σε κρεβάτι ξαπλωμένοι,
και ολότελα γυμνοί.
Άντε τώρα να την πείσεις,
ότι δεν τσιμπούσε πάλι,
όταν ξέρει ότι έχεις χούι,
για γυναίκες και κραιπάλη.
Την επόμενη φορά,
στην ψαραγορά θα πάρω
συναγρίδα στρουμπουλή,
και μία κούκλα να ρεφάρω.
Κι’ έτσι θα είναι όλα καλά,
και η ψαριά και η δικιά μου,
και η μικρούλα που ξανά,
θα ριγεί στην αγκαλιά μου.-
Μιχάλης Αβούρης
Από την ποιητική συλλογή
«Ζωή στη θάλασσα»