Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

“…από βδομάδα”

καρβουνάς ΝικόλαοςΔεν ξέρω αν έπιασαν τόπο τα παρακάλια μου ή αν είχε ωριμάσει ο καιρός για να φορέσω επί τέλους και γω μακρύ παντελόνι.

Δεν ήταν ότι ήθελα σώνει και καλά να μεγαλώσω, αλλά εκεί πάνω, μετά τον Νοέμβριο το κρύο δεν παλεύεται.

Ο Καρατζόβας (βοριάς) στις ξάστερες νύχτες κουβαλάει όλη την παγωνιά του Καϊμακτσαλάν. Πώς να ξεμυτίσεις έξω με κοντοπαντέλονο…

Με τα πολλά ο κύβος ερρίφθη, φέτος θα έραβα μακρύ παντελόνι, και ούτως εχόντων των πραγμάτων, πήγε η μάνα μου και αγόρασε το ύφασμα.

Χωρίς καμία χρονοτριβή το πήρα παραμάσχαλα και έφυγα βολίδα για τον ράφτη.

Ο ράφτης στο Αρσένι ήταν πολύ καλός, τί καλός δηλαδή, ο Τζόρτζιο Αρμάνι της περιοχής!

Σ’ αυτόν παράγγελναν τα κουστούμια τους, όσοι είχαν καλό γούστο.

Είχε πελατολόγιο από όλη την γύρω περιοχή.

Είναι αλήθεια, οι ραφτάδες τότε είχαν πολλή δουλειά. Πολύ αργότερα καθιερώθηκαν τα “prêt-à-porter” (ρούχα έτοιμα να φορεθούν), οπότε το επάγγελμά τους μαράζωσε!

Ήμουν δασκαλεμένος τί θα του έλεγα, και κυρίως να του τονίσω:

“το παντελόνι να μην έχει ρεβέρ”.

Ήταν η κυρίαρχη τάση τότε, άσε που βόλευε στο σιδέρωμα, και δεν θα μάζευε ανάμεσα στις πτυχές του ρεβέρ εκείνα τα αντιπαθητικά χνούδια.

Ο ράφτης μ΄ έβαλε να σταθώ όρθιος. Πήρε μια μεζούρα και άρχισε να παίρνει τα μέτρα. Μετρούσε και σημείωνε σε ένα μπλοκ. Παράλληλα με ένα μικρό τσιγκούνικο σαπούνι τραβούσε και κάτι κοφτές γραμμούλες πάνω στο ύφασμα.

Πρώτη φορά έραβα παντελόνι και παρακολουθούσα τα πάντα με προσοχή.

Ήμουν πολύ χαρούμενος! Θα φόραγα και γω στην γιορτή μου μακρύ παντελόνι!

Μόνο μια φευγαλέα σκέψη έκανα και σκοτείνιασε η διάθεσή μου.

Ρε συ, λες να σβηστούν οι σημειώσεις του και να κόψει λάθος το ύφασμα;!

Άραγε σημείωσε το “χωρίς ρεβέρ”;!…

Τον ρώτησα πότε θα είναι έτοιμο. Έκλεισε ελαφρώς τα μάτια, τάχα πως υπολόγιζε. Και ανάμεσα από τις καρφίτσες, που ήταν αραδιασμένες στα χείλια του, ψιθύρισε:

“από βδομάδα”!

Στον δρόμο έκανα και γω τους δικούς μου υπολογισμούς. Ήθελα πάρα πολύ του Αγίου Νικολάου να έχω μακρύ παντελόνι…

Η Δευτέρα υπαγόταν στις “από βδομάδα” ημέρες. Το μεσημέρι μετά το σχολείο πετάχτηκα μέχρι το ραφείο.

Ρώτησα αν είναι έτοιμο το παντελόνι.

Ο μόδιστρος με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, σαν να με έβλεπε για πρώτη φορά. Σε slow motion (αργή κίνηση) έπιασε ένα ξεχασμένο τσιγάρο, που έκαιγε πάνω στο καρούλι, πήρε μια βαθιά ρουφηξιά και αποφάνθηκε βαθυστόχαστα:

“από βδομάδα θα σ΄ έχω έτοιμο για πρόβα”!

Έφυγα μες στην πίκρα!

Να δεις ρε που αυτός δεν θα το έχει έτοιμο!

Η γιορτή μου πλησίαζε!

Ναι, καλά το καταλάβατε. Έγινε αυτό που φοβόμουν!

Ο αφιλότιμος με άφησε να γιορτάσω με κοντό παντελονάκι.

Από τότε η φράση “από βδομάδα” μου κάθεται στο στομάχι.

Και έχω προκατάληψη.

Όποιος την χρησιμοποιεί ψεύδεται, ψεύδεται με κομψό τρόπο.

Εκείνη την χρονιά έκανε τέτοιο κρύο, που εγώ δεν είχα ξαναζήσει! Μέχρι και οι βρύσες είχαν παγώσει την ημέρα της γιορτής μου. Στην άκρη του δρόμου η πάχνη πέντε πόντους, σαν χιόνι. Χώναμε τα χέρια στις μασχάλες ή τα χουχουλιάζαμε με τα χνώτα, και η μύξα, σαν παγωμένη μπίλια κρεμόταν από τις κατακόκκινες μύτες μας. Τόσο κρύο!

Τί ατυχία κι αυτή. Να γιορτάζω μ’ αυτές τις συνθήκες! Χωρίς μακρύ παντελόνι!

Τώρα όμως έπρεπε να γλυτώσω τα αυτιά μου!

Στην εποχή μου με τις ευχές για “χρόνια πολλά”, σου τραβούσαν και το αυτί. Τράβηγμα δυνατό, όχι παίξε γέλασε, και το ανεχόσουν αδιαμαρτύρητα. Έλεγες και ευχαριστώ. Ήταν βλέπεις τ’ αντέτ. Με αυτή την παγωνιά όμως;!…

Κάποιοι το παράκαναν και έβγαζαν από μέσα τους τα ένστικτα του βασανιστή. Όσο πιο δυνατό τράβηγμα, τόσο περισσότερο πιάνει η ευχή, σου έλεγαν.

Πήρα λοιπόν και γω τα μέτρα μου. Φόρεσα μια προστατευτική χακί κουκούλα, πού άφηνε μόνο μάτια, μύτη, στόμα ακάλυπτα, και βγήκα έξω.

Ο καημός του παντελονιού ήταν κόμπος στον λαιμό, τουλάχιστον όμως προστάτευσα τα αυτιά μου.

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες πριν την γιορτή μου, σ’ ένα παράθυρο μνήμης, εμφανίζεται ο ράφτης, με τις καρφίτσες ανάμεσα στα χείλια του, και μου δηλώνει με βεβαιότητα, ότι “από βδομάδα…”

Νίκος Καρβουνάς

Πνευμονολόγος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *