Πέραμα.Το μέγα προσήλιο της αρχαιότητας
Το Πέραμα είναι προάστιο του Πειραιά και αποτελεί το δυτικότερο άκρο του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας. Έχει έκταση 14,73 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Είναι χτισμένο στις βραχώδεις πλαγιές του όρους Αιγάλεω και εκτείνεται από τα παράλια έως τα 266 μέτρα υψόμετρο. Η κλίση του εδάφους σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνάει το 30%. Βόρεια συνορεύει με το Δήμο Χαϊδαρίου και ανατολικά με το Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας. Στα νότια και δυτικά βρέχεται από τον όρμο του Κερατσινίου και τον κόλπο της Ελευσίνας (στενό Σαλαμίνας) αντίστοιχα. Δυτικά και Νοτιοδυτικά του Περάματος βρίσκεται το νησί της Σαλαμίνας και στη νότια πλευρά του, το νησάκι της Ψυττάλειας. Απέχει από τον Πειραιά 9,6 χιλιόμετρα και από το κέντρο της Αθήνας 14,3 χιλιόμετρα. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, ο πληθυσμός του Περάματος ανέρχεται στους 25.636 κατοίκους (έναντι 25.389 που είχε το 2011) και είναι ο μαναδικός δήμος της περιοχής που παρουσίασε αύξηση πληθυσμού (κατά 247 άτομα).
Αποτελείται από τους συνοικισμούς: Πέραμα, Καριώτικα και Νέο Ικόνιο. Το όνομα της πόλης οφείλεται, κατά πάσα πιθανότητα, στο γεγονός ότι αποτελεί «πέρασμα» από τη στεριά προς το απέναντι νησί. Άλλωστε στο δυτικό άκρο, που απέχει μόλις 1 χιλιόμετρο από τη Σαλαμίνα, λειτουργούσε υποτυπώδες πορθμείο από τον 17ο αιώνα. Σε μια από τις κορυφές του όρους Αιγάλεω, βρίσκεται ο «Θρόνος του Ξέρξη», το σημείο από το οποίο ο Πέρσης βασιλιάς, παρακολουθούσε την ιστορική Ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ.
Στις αρχές του 20ου αιώνα το πευκόφυτο, ακατοίκητο Πέραμα -αν εξαιρέσουμε τους ελάχιστους ψαράδες που διέμεναν στην περιοχή- ήταν φημισμένος τόπος απόδρασης για τους Πειραιώτες και τους Αθηναίους. Το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαθίστανται στο Πέραμα πρόσφυγες, από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, στο δυτικό άκρο της πόλης και αργότερα στο Νέο Ικόνιο. Το 1926 – 27, μετεγκαταστάθηκαν οι «ταρσανάδες» (παραδοσιακά ναυπηγεία) στην περιοχή, από τον Άγιο Διονύσιο του Πειραιά, λόγω της διαπλάτυνσης του κεντρικού λιμανιού. Ταυτόχρονα, ξεκινά και η οικοδόμηση σπιτιών για τη διαμονή των καραβομαραγκών (κυρίως νησιώτες και Μικρασιάτες) γύρω από την οδό Νεωρίων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο πληθυσμός του Περάματος το 1928, φτάνει τους 331 κατοίκους, από 22 που είχε το 1920.
Το 1933 συστήνεται η Κοινότητα του Περάματος και τον επόμενο χρόνο περιλαμβάνει και το Νέο Ικόνιο, που αποσπάστηκε από Δήμο Πειραιά. Ενώ το 1937 το Ν. Ικόνιο υπάγεται πλέον στο γειτονικό Δήμο Αγίου Γεωργίου. Ουσιαστικά εκείνη την εποχή υπήρχαν δύο «κλειστοί» οικισμοί στην περιοχή, με ελάχιστες σχέσεις μεταξύ τους: των προσφύγων και των εργαζομένων στους ταρσανάδες. Το 1934 χτίζονται οι πρώτες δεξαμενές πετρελαίου από τη Shell, στη περιοχή του Ν. Ικονίου. Θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια και άλλες εταιρίες πετρελαιοειδών, συνοδεύοντας την ανάπτυξη της πόλης με τον κίνδυνο για τη υγεία και τη ζωή των κατοίκων.
Το 1936 ξεκινά τη λειτουργία του, το γνωστό τρενάκι του Περάματος, που διασχίζει την περιοχή, ενώνοντας το λιμάνι του Πειραιά με το Ναύσταθμο. Μέχρι τότε η συγκοινωνία γινόταν με καραβάκια και με κάποια υποτυπώδη λεωφορεία μετά το 1934. Το 1939 με απόφαση της πολιτείας, το Πέραμα χαρακτηρίστηκε τουριστική περιοχή. Το γεγονός αυτό έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη των λαϊκών κέντρων της περιοχής μας.
Στη κατοχή το Πέραμα, λόγω της στρατηγικής του θέσης (ναύσταθμος, ναυπηγεία, τρενάκι), τράβηξε το ενδιαφέρον των Γερμανών κατακτητών. Η περιοχή χρησιμοποιείται σαν ναυτική βάση για τον ανεφοδιασμό, την επισκευή και την κατασκευή γερμανικών πλοίων. Επιτάσσονται τα ναυπηγεία, ανοίγονται λατομεία σε διάφορα σημεία της πόλης και με την καταναγκαστική εργασία Ελλήνων εργατών κατασκευάζονται τα περίφημα -αποτυχημένα- τσιμεντένια πλοία.
Τη δεκαετία του 50 και του 60 το Πέραμα γίνεται ιδιαίτερα γνωστό για τα κέντρα διασκέδασης που φιλοξενούν τα μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού της εποχής. Την ίδια εποχή η πόλη, είναι ο τόπος όπου γίνονται τα γυρίσματα για πολλές δημοφιλείς ταινίες του κινηματογράφου.
Τη δεκαετία του 60, η μεγάλη ανάπτυξη της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης που συνεχίστηκε μέχρι και τη δεκαετία του 80, έφερε πολλές νέες θέσεις εργασίας και ραγδαία αύξηση του πληθυσμού (14.694 το 1961 και 23.012 το 1971). Τα τελευταία χρόνια η κατακόρυφη πτώση της δραστηριότητας στη ΝΕΖ, είχε σαν αποτέλεσμα την τεράστια αύξηση του ποσοστού ανεργίας στη πόλη μας.
Το 1963 το Πέραμα αναγνωρίστηκε ως δήμος και από το 1966 περιλαμβάνει και το Ν. Ικόνιο. Το 1965 ο ΟΛΠ περιφράζει μεγάλο τμήμα της παραλίας, αποκόβοντας την πόλη από τη θάλασσα. Η σταδιακή επέκταση των εγκαταστάσεων του λιμανιού συνεχίζεται τα επόμενα χρόνια μέχρι σήμερα με τη δημιουργία προβλητών, όπου διακινείται πολύ μεγάλος όγκος εμπορευματοκιβωτίων.
Τη δεκαετία του 60 και του 70, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ελλάδας συρρέουν στο Πέραμα, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Χτίζουν στις πλαγιές του βουνού, παράγκες με πρόχειρα μέσα για να στεγαστούν, σε εκτάσεις που ανήκαν στην Εκκλησία. Πολλά αυθαίρετα γκρεμίζονται από τις Αρχές και ξανακτίζονται μέσα σε μια νύχτα. Σιγα – σιγά οι περισσότερες παράγκες μετατρέπονται σε κανονικές κατοικίες και το 1993 δόθηκαν τα παραχωρητήρια των οικοπέδων, αφού αναγνωρίστηκε η απόλυτη ανάγκη στέγασης.
Το 1977 είναι χρονιά που κάνει το τελευταίο δρομολόγιό του, μετά από σχεδόν 40 χρόνια, το τρενάκι του Περάματος.
Σήμερα -περίπου έναν αιώνα μετά- το Πέραμα δεν θυμίζει σε τίποτα τον οικισμό με τους λιγοστούς κατοίκους. Είναι μια σύγχρονη πόλη με θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης.