Περί ορέξεως ουδείς λόγος (Τραμ 1959+
Προέδρου της Πολιτιστικής Ενώσεως Περάματος
Στο Τραμ του Περάματος τότε Φεβρουάριος 1959 το απόγευμα συνέβη γεγονός που το γράφω όπως το θυμάμαι ως αυτήκοος και αυτόπτης μάρτυς.
Ο εισπράκτωρ Γιαννόπουλος Κώστας αφού έδωσε σ’ όλους τους επιβάτες που μπήκαν απ’ το Σταθμό εισιτήρια. Στάθηκε στο μεσαίο διάζωμα, περνώντας το χέρι του στο στύλο. Τούτο εσήμαινε πως το βαγόνι ήταν πλήρες και δεν υπήρχε θέσις να καθίση ο υπάλληλος.
Μόλις όμως στάθηκε στην θέσι εκείνη ο διπλανός του επιβάτης, έδειξε σημεία ανησυχίας, δυσαρεστούμενος, και είπε βλοσυρά.
-Πηγαίνετε, σας παρακαλώ, λίγο παρά πέρα.
Ο τόνος ήταν τέτοιος που σήκωνε ερώτηση.
-Και γιατί παρακαλώ;
-Γιατί;… Μ’ ερωτάς γιατί. Μα γιατί έχεις φάει σκόρδο!
Ο εισπράκτωρ στάθηκε προς στιγμή αναπολόγητος. Δεν ήξερε τι να πει. Να θυμώσει; Να δεχθεί την παρατήρηση; Ν’ απαντήσει; και πως; Τέλος είπε.
-Δεν έχω το δικαίωμα αγαπητέ μου να κάνω την όρεξή μου; Για να λάβη την φουρκισμένη του επιβάτη απάντηση.
-Την όρεξί σου; είπες. Την όρεξί σου να την κάνης στο σπίτι σου.
-Μα στο σπίτι μου έφαγα σκόρδο, τ’ απάντησε. Μήπως νομίζετε πως έφαγα σκόρδο στο ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας;
Κάποια ιλαρή ευθυμία επικράτησε. Όσοι επιβάτες ήσαν μακρά της ακτίνος οσμής του σκόρδου, μισόκλεισαν το μάτι λέγοντας.
-Ωραία, πολύ ωραία.
Αλλά ο επιβάτης που ενοχλείτο στα οσφραντικά του νεύρα, εξανέστη περισσότερο.
-Βλέπω ότι το παίρνεις ελαφρά και αστεία. Μάθε λοιπόν πως όταν έχεις υπηρεσία, δεν πρέπει να τρως σκόρδο κύριε. Εμείς δε σου χρωστάμε να γευώμεθα αναγκαστικώς την δυσάρεστη μυρουδιά του.
Μα κι ο εισπράκτορας έμπειρος και ετοιμόλογος τ’ απάντησε.
-Α! ώστε έτσι λοιπόν. Όταν πρόκειται να έχω υπηρεσία. Μάλιστα, πολύ ωραία συμφωνώ μαζί σας. Πως όχι; Μα δεν μου λέτε; Πότε δεν πρόκειται να έχω υπηρεσία; Μήπως δεν δουλεύω απ’ το πρωί ως το βράδυ;
Αυτό ήταν η σωστά εργασιακά πληρωμένη απάντηση του εισπράκτορα, μαλάκωσε τον ευερέθιστον επιβάτη.
-Δεν σου λέω, αδελφέ, έχει και συ το δίκιο σου. Αλλά καταλαβαίνεις…
-Το καταλαβαίνω κύριε, διέκοψε ο Γιαννόπουλος.
Και επειδή το καταλαβαίνω έχω ένα χρόνο να το βάλω στο στόμα μου. Μα χθες το βράδυ το τράβηξε η όρεξή μου. Βρήκα μία σκορδαλιά, που μαγείρεψε η αδελφή μου.
-Και από χθες το βράδυ μένει ακόμη η μυρουδιά;
-Όχι ακριβώς, είχε μείνει λίγη, και την έφαγα σήμερα το πρωί. Τι δηλαδή να την άφηνα να πάει χαμένη;
-Πέστο λοιπόν. Να η πάει αυτή χαμένη, να μας φλομώσει όμως εμάς με τη μυρουδιά της.
Την στιγμή εκείνη μια ωραία και νόστιμη δεσποινίδα επιβάτης που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την όλη συζήτηση επενέβη λέγοντας.
-Μα κύριε εισπράκτορα είσθε νέος και ζωντανός άνθρωπος και η σκορδαλιά, αλιάδα όπως την λέμε εμείς Κεφαλλονίτικα, είναι νόστιμο και υγιεινό φαγητό που κάνει καλό στον οργανισμό του ανθρώπου.
Την διέκοψε ο ενοχληθής επιβάτης.
-Καλά τα λέτε δεσποινίς αλλά εδώ δεν πρόκειται περί τούτου, περί του νόστιμου και ωραίου όπως είπατε και συμφωνώ φαγητού της σκορδαλιάς ή πως αλλιώς το ‘πατε, στην πατρίδα σας πως το λένε;
-Αλιάδα.
-Μάλιστα, εδώ πρόκειται για την μυρουδιά της, που η ευγένεια και κοινωνική συμπεριφορά δεν μας επιτρέπει να την μεταφέρουμε διαχέοντάς την στα δημόσια μέσα μεταφοράς, στο τραμ δηλαδή. Και το μεν φαγητό είναι τέρψις στομάχου η δε οσμή της είναι βαρειά ενόχλησις της ρινός. Δεν ξέρω να έγινα αντιληπτός. Δεν ξέρω αν είμαι σαφής.
-Είσθε σαφέστατος, αλλά με διακόψατε. Δεν μ’ αφήσατε να τελειώσω.
-Πως; Και με συγχωρείτε δηλαδή, τι έχομεν να προσθέσωμεν ακόμη;
-Απλούστατα, έχομεν να προσθέσωμεν το αντίδοτο που εξαφανίζει, που παύει τη μυρουδιά.
-Και ποιο είναι αυτό.
-Μια τσίχλα κουφετάκι χιώτικη μαστίχα.
Αμέσως η ωραία δεσποινίς βγάζει από την τσάντα της ένα κουτάκι χιώτικη μαστίχα και πλησιάζοντας τον εισπράκτορα του προτείνει ευγενικά.
-Επίτρεψε μου κύριε Γιαννόπουλε να σας προσφέρω ένα αρωματικό κουφετάκι χιώτική μαστίχα, είναι ότι πρέπει για την περίπτωσί σας. Ελπίζω να το δεχθήτε.
-Ευχαρίστως δεσποινίς μου. Πολύ σας ευχαριστώ που δώσατε μια τόσο γλυκιά λύση στο πρόβλημα… Μα πέστε μου όμως αφού δεν σας γνωρίζω πως ξέρατε τ’ όνομά μου.
-Δεν είναι δύσκολο αυτό. Εσείς μαζί με τους συναδέλφους σας οδηγούς μας εξυπηρετείτε καθημερινά με χαμόγελο και κατανόησι μέχρι αργά το βράδυ. Είσθε τόσοι λίγοι και είμαστε τόσοι πολλοί με τόσα πολλά προβλήματα. Εύλογο είναι να σας γνωρίζουμε και να κατανοούμε τα όποια ανθρώπινα μικροπροβλήματα της υπηρεσίας σας, συνεργαζόμενοι μαζί σας.
-Εύγε ωραία μου δεσποινίς, ομολογώ ότι δεν περίμενα μια τέτοια υπεράσπιση σ’ αυτό μου το λάθος, γιατί λάθος ήταν και ζητώ απ’ όλους συγνώμη και ιδιαίτερα από σας κύριε.
-Εμένα να με συγχωρείται κύριε εισπράκτορα. Σας εφέρθηκα άσχημα, το ομολογώ. Μερικές φορές ο άνθρωπος είναι τόσο εγωιστής.
-Δεν πειράζει φίλε μου, όλοι κερδίσαμε, όλοι διδαχθήκαμε από το περιστατικό αυτό. Και όσο για μένα όχι μόνο για την σκορδαλιά την αλιάδα ήθελα να πως, αλλά καθημερινά θα ‘χω μαζί μου στην υπηρεσία, ένα κουτάκι μαστίχα χιώτική. Εσάς δε δεσποινίς μου αφού σας εκφράσω ξανά τις ευχαριστίες μου, σας δηλώνω ότι αισθάνομαι υποχρεωμένος για πολλά κουφετάκια μαστίχα!