Τα νέα του Καραγκιόζη…Αγροτιά μου παινεμένη,.μαύρο χάλι σε προσμένει…
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μπα! Τι βλέπω; Ο μπάρμπας μου, βγήκε σεργιάνι με τον γάϊδαρό του… Μάλιστα του έχει φορτώσει και δύο «τσανάκες…». Για να τον προλάβω, να δω που πάει…
Μπάρμπαααα…
ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΙΩΡΓΟΣ: Μμμου…
ΚΑΡ.: Μούξινος… Καλημέρα.
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Καλημερούδια ανηψούδιμ, τι μ’ κάνεις;
ΚΑΡ.: Καλά μαρμπούλη μου… Δεν μου λες, πως και κατέβηκες στα «χειμαδιά»;
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Παένου, να ιδού τους φίλους μ! Του κίτσου, του Μήτρου, του Θανάσ’, με τα τρακτέρια…
ΚΑΡ.: Α, κατάλαβα! Στα «μπλόκα» πας…
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Ναι γεια σου… Εκείθε πάου, για να ιπούμε στον Τρανό και τσ’ άλλους, πως θα πάρει ου Διάλους, τη μαμή που τσαφαλόκοψε!… Μη βγάλου του τσαρούχι, και του ξεκαρφώσου, στου κεφάλι…
ΚΑΡ.: Μπράβο μπαρμπούλη μου, έτσι σε θέλω… Και μέσα στις «τσανάκες», τι έχεις; Γιαούρτι;
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Όϊ… Γάλα ιέχου.
ΚΑΡ.: Γάλα!… Και ποιος θα το πιει… Θα φέρουνε και τα παιδιά τους;
ΜΠ.ΓΙΩΡΓ.: Νάαα… ζουντόβολο! (του δίνει κατραπακιά).
ΚΑΡ.: Μη βαράς ρε μπάρμπα… Είπα τίποτα κακό; Νάτανε κρασί το καταλαβαίνω… Αλλά γάλα βρήκες να τους κεράσεις;
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Την τύφλα μες στα μάτια σου θα τους κεράσου… Ρουβόλησα σαφρακιασμένου, για να αδειάσου του γάλα σα κάτου, να ασπρίσ’ ου τόπους, να ιδούν οι Τρανοί, ότι ιέχουμ του καλύτερου.
ΚΑΡ.: Έχεις δίκιο μπαρμπούλη μου!… Δε μου λες… πριν πας να το αδειάσεις σα κάτου, να φέρω ένα κατσαρολάκι να μου βάλεις λίγο;
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Όϊ… Αντίγιου.
ΚΑΡ.: Λίγο μπαρμπούλη μου, για τα παιδάκια μου…
ΜΠ. ΓΙΩΡΓ.: Αντίγιου λέου…
ΚΑΡ.: Καλά ντε… Δεν σ΄ είπαμε και καμπούρη!… Αγύριστο κεφάλι ο Βλάχος! Αρβανίτικο…
ΧΑΤΖΙΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη μου καλημέρα. Σε είδα μου μίλαγες με τον θείο σου… Που πάει με το γαϊδουράκι μέσα στην πόλη;
ΚΑΡ.: Δεν θα το πιστέψεις… Πάει στα «μπλόκα», να αδειάσει δύο «τσανάκες» γάλα, για συμπαράσταση…
ΧΑΤΖ.: Τι μου λες!…
ΚΑΡ.: Να σε τρελάνω στις κλωτσές…
ΧΑΤΖ.: Τι ατυχία ματάκια μου, να μην τον προλάβω να μου δώσει λίγο γάλα για τα παιδάκια μου…
ΚΑΡ.: Μην στεναχωριέσαι, θα σου δώσω εγώ, απ’ αυτό που δεν μούδωσε…
ΧΑΤΖ.: Βρε ούτε εσένα δεν έδωσε ο αθεόφοβος;
ΚΑΡ.: Το είχε πάρει πολύ πατριωτικά! Και καλά έκανε…
ΧΑΤΖ.: Που δεν σου έδωσε;
ΚΑΡ.: Όχι… Που το πήρε πατριωτικά… γιατί εδώ που τα λέμε, η Ευρώπη, μας έχει υπό την «νταβατζιδοπροστασία» της… «Τόσα θα παράγετε», τα υπόλοιπα πετάχτε τα, «τόσα θα πάρετε από μας», στείλτε το καλό σας λάδι να το συσκευάσουμε, και να σας το ξαναπουλήσουμε, και δεν συμμαζεύεται… Να κουμαντάρουνε εμάς, που είχαμε τα πάντα, και δεν είχαμε κανέναν ανάγκη!… Άντε… μην αρχίσω να «σκατοψυχάω», αυτούς που μας σπρώξανε στην κατρακύλα… αλλά και να «καταριέμαι», τους «άξιους» συνεχιστές τους… Κατάλαβες;
ΧΑΤΖ.: Έτσι είναι ματάκια μου, αλλά μην κολάζεσαι και στεναχωριέσαι… Ας ελπίσουμε στον «αστάθμητο παράγοντα», κι ο Θεός βοηθός…
ΚΑΡ.: Δεν τον ξέρω τον κύριο, τον πως τον είπες, αλλά στο «Θεός βοηθός», συμφωνώ…
ΧΑΤΖ.: «Αστάθμητος παράγων», είναι κάτι το ανέλπιστο. Φεύγω ματάκια μου και εύχομαι καλές υπομονές. Γειά σου.
ΚΑΡ.: Αμήν Χατζατζαράκο. Στο καλό.
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Ι. ΛΑΟΥΤΑΡΗΣ