Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

Ιστορικά μηχανουργεία και ναυπηγεία στον Πειραιά…του Χρήστου Γ. Δρ. Χημικού – ΣυγγραφέαΜαλτέζου

Μέρος 4ο τελευταίο

Στην παρακάτω έκθεση, που γράφτηκε από τον Γιάννη Ροντήρη το 1956, και αποτελεί ιστορική παρακαταθήκη, διαβάζουμε:

«Α. Ε. ΓΕΝ. ΣΙΔΗΡΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΡΟΝΤΗΡΗΣ – ΣΤΡΟΥΜΠΟΥΛΗΣ και ΣΙΑ

Αιτωλικού Μεθώνης, ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ

Έκθεσις

περί της Ελληνικής Σιδηροβιομηχανίας

και των ληπτέων μέτρων διά την σωτηρίαν της

Μεταξύ των Βιομηχανιών αίτινες χαρακτηρίζουν τον βαθμόν του πολιτισμού μιας χώρας, την πρώτην θέσιν κατέχει η Σιδηροβιομηχανία.

Δια της λέξεως «Σιδηροβιομηχανία» εννοούμεν την μετατροπήν των απλών μορφών του σιδήρου και εν συνεχεία των άλλων βιομηχανικής σημασίας μετάλλων εις πολύπλοκα μηχανήματα και εργαλεία, τα οποία αντιπροσωπεύουν τον μηχανικόν πολιτισμόν της εποχής μας. Όπου και αν στρέψωμεν σήμερον το βλέμμα, βλέπομεν να περιβαλλόμεθα, από δημιουργήματα της σιδηροβιομηχανίας, τα οποία έχουν δώσει την σφραγίδα των εις τον σύγχρονον τρόπον ζωής του ανθρώπου.

Η Σιδηροβιομηχανία έχει αποκληθή «μήτηρ» όλων των άλλων βιομηχανιών. Πράγματι, δεν νοείται η ύπαρξις μιας οιασδήποτε άλλης βιομηχανίας άνευ της παρεμβολής της σιδηροβιομηχανίας η οποία θα κατασκευάση τα δι’ έκαστην άλλην βιομηχανίαν απαιτούμενα μηχανήματα παραγωγής. Εις παν βήμα του σημερινού ανθρώπου παρουσιάζεται έκδηλος η επίδρασις των σιδηροβιομηχανικών προϊόντων.

Εκ παραλλήλου και ως συνέπεια των ανωτέρω είναι η επίδρασις την οποίαν εξασκεί εις την ζωήν ενός προηγμένου τόπου ο τεχνίτης, ο τεχνικός, ο μηχανικός της σιδηροβιομηχανίας.

Γενικόν γνώρισμα όλων των βιομηχανιών είναι ότι αυταί, εκτός των κατά κλάδον ειδικευμένων τεχνικών, απασχολούν μηχανικούς και τεχνίτας εξασκηθέντας προηγουμένως εις τα Μηχανουργεία.

Διά των ανωτέρω καταφαίνεται η θέσις της Σιδηροβιομηχανίας ως του πρωταρχικού αιτίου και φορέως του σημερινού μας πολιτισμού.

Πρέπει όμως να καθορίσωμεν το όριο μεταξύ «Σιδηροβιομηχανίας» και «Μεταλουργίας», καθόσον συχνάκις, γίνεται σύγχισις μεταξύ των δύο τούτων τελείως χωριστών κλάδων οι οποίοι εις την σκέψιν πολλών ταυτίζονται. Διά τούτο δίδομεν και τον ορισμόν της Μεταλουργίας ως βιομηχανίας παραγούσης εκ μετάλλων ή εκ μεταλευμάτων διαφόρους μορφάς μετάλλων η κραμάτων αυτών καταλλήλων δια την χρησιμοποίησιν των παρά της σιδηροβιομηχανίας προς παραγωγήν διαφόρων σιδηροβιομηχανιών κατασκευασμάτων.

Ούτω, μια χώρα, εάν έχη τα αναγκαιούντα μεταλεύματα και τον άνθρακα, δύναται να έχει Μεταλλουργίαν και Σιδηροβιομηχανίαν. Άλλαι χώραι στερούμεναι των πρώτων υλών Μεταλλουργίας έχουν μόνον Σιδηροβιομηχανίαν. Τοιαύτα χώραι, έχουσαι μόνον σιδηροβιομηχανίαν, είναι πολλαί και λίαν ευημερούσαν τοιαύτην. Αναφέρομεν μερικάς: Ελβετία, Δανία, Ολλανδία. Η πρώτη έχει ανεπτυγμένην βιομηχανίαν κατασκευής μηχανών παντός είδους και με παγκόσμιον φήμην, αι δυο έτεραι έχουν βιομηχανιών κατασκευής μηχανών και ταυτοχρόνως εξαιρετικώς ανεπτυγμένην ναυπηγικήν βιομηχανίαν. Εις την τοιαύτην κατηγορίαν περιλαμβάνεται, κατά σοβαρόν λόγον, και η Ιταλία ήτις έχει μικράν μεν μεταλλουργίαν και τεραστίαν ανάπτυξιν σιδηροβιομηχανίας.

Δια τον λόγον τούτον η Σιδηροβιομηχανία πρέπει να είναι το “όπλον μάχης” δια την επίτευξιν της ευημερίας ιδία των πτωχών λαών1. Είναι η μόνη βιομηχανία η οποία χρειάζεται τόσον μικρόν ποσοστών μικράς σχετικώς αξίας πρώτων υλών και υλικών δια κατασκευάσματα των οποίων η αξία, κατά το μεγαλυτέρων ποσοστών, δεν είναι άλλο τι παρά η αξιοποίησις της ανθρώπινης προσπάθειας. Επομένως αι χώραι αι οποίαι διαθέτουν πολλάς εργατικάς χείρας και στερούνται άλλου σημαντικού φυσικού πλούτου πρέπει να στρέφωνται προς την σιδηροβιομηχανίαν. Πρόσφατον και ζωντανόν παράδειγμα προς επιβεβαίωσιν των ανωτέρω έχομεν την Γερμανίαν ήτις τόσον μετά τον πρώτον όσον και μετά τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον ανέκυψεν εκ των ερειπίων μόνον δια της εντατικής επιδόσεως της εις την βιομηχανίαν του σιδήρου.

Επομένως δεν είναι δυνατόν να υπάρξη ευημερία εις μιαν χώραν άνευ ανθούσης Σιδηροβιομηχανίας έστω και αν η χώρα αυτή θεωρείται κατ΄ εξοχήν γεωργική χώρα, διότι και διά την ανάπτυξιν της γεωργίας, κατά τας νέας μεθόδους, απαιτείται μηχανοποίησις αυτής, ήτοι απαιτούνται μηχανήματα τα οποία, έστω και αν εισάγωνται εξ΄ άλλης χώρας, έχουν ανάγκην χειριστών, συντηρητών και επισκευαστών εκπαιδευθέντων εις τας εγκαταστάσεις της σιδηροβιομηχανίας.

Τέλος από απόψεως εθνικής αμύνης πάλιν η σιδηροβιομηχανία έρχεται εις την πρώτην γραμμήν. Είναι βεβαίως γνωστόν ότι η σύγχρονος πολεμική μηχανή είναι προϊόν της σιδηροβιομηχανίας, αλλά εκείνο το οποίον πρέπει ιδιαιτέρως να προσέξωμεν είναι ότι όλη αυτή η πολεμική μηχανή απαιτεί χειριστάς και συντηρητάς οι οποίοι εις τον πολιτικόν των βίον είναι εργάται της σιδηροβιομηχανίας. Γεγονός είναι ότι σήμερον εις την Ελλάδα εις τον στρατόν, τον στόλον και την αεροπορίαν οι τεχνικοί υπηρετούν διπλάσιον χρόνον εν σχέσει με τους μη τεχνικούς συναδέλφους των. Τόση είναι η σπάνις και η ανάγκη των τεχνικώς εξησκημένων στρατευσίμων. Φαντάζεται τις τι θα συμβή και πόσον μεγάλη θα είναι η έλλειψις εις τον στρατόν μας προκειμένου περί γενικής επιστρατεύσεως. Και μόνον δια τον λόγον τούτον, ανεξαρτήτως των λοιπών, θα έπρεπε, εάν δεν υπήρχε μία τοιαύτη βιομηχανία να δημιουργηθή αναγκαστικώς. Θα ήτο, επομένως, πραγματική απώλεια εάν αφήσωμεν σήμερον να σβύση ό,τι έχει δημιουργηθή ύστερα από μύριους κόπους, θυσίας και πολυετείς αγώνας ωρισμένων ανθρώπων οίτινες ωραματίσθησαν την δημιουργίαν μιας τόσον ζωτικής βιομηχανίας και οίτινες, ασφαλώς, αξίζουν, σήμερον, καλλίτερης τύχης από το να ίδουν την εξαφάνισην του τοσαύτης εθνικής σημασίας έργου των.

Παρακάτω, ο Ιωάννης Ροντήρης συνεχίζει την έκθεσή του με τίτλο «Η Σιδηροβιομηχανία εν Ελλάδι», κάνει αναφορά στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και τελειώνει προτείνοντας μέτρα με τίτλο «Τα ληπτέα μέτρα».

Ας περιοριστούμε εδώσυνοψίζοντας μόνο τις τρεις χρονικές αναφορές:

Για το παρελθόν, αναφέρει λόγους κακοδαιμονίας τις χαμηλές κάτω του κόστους τιμές των εισαγόμενων μηχανημάτων από Γερμανία και Αγγλία, λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού μεταξύ των δύο αυτών κρατών. Την στροφή των Ελλήνων μηχανολόγων στην εύκολη και κερδοφόρα απασχόληση του αντιπροσώπου ξένων οίκων με παράλληλη δυσφήμηση των ελληνικών κατασκευών και σύναψη εμπορικών συμβάσεων με τελωνειακές επιβαρύνσεις. Καταστρατήγηση από κρατικές τεχνικές υπηρεσίες, σε σημείο ώστε να γίνονται δημοπρασίες μηχανημάτων και να αναφέρεται ρητώς στις προκηρύξεις ότι η προμήθεια αυτών να γίνει από το εξωτερικό.

Για το παρόν γράφει ότι στο λιμάνι του Πειραιά η κατάσταση είναι αποκαρδιωτική, διότι γίνονται μόνο λίγες και οι απαραίτητες πρόχειρες επισκευές σε πλοία μέχρι να πλεύσουν σε ξένα λιμάνια για τις σοβαρότερες επισκευές. Τα απαραίτητα για ανασυγκρότηση μηχανήματα έρχονται από το εξωτερικό με τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν πιστώσεις σε δραχμές παρά μόνο σε δολάρια. Πολλά από τα εισαγόμενα μηχανήματα με μικρό βάρος αλλά μεγάλο όγκο επιβαρύνονται με υπερβολικούς ναύλους λόγω του μεγάλου όγκου τους. Επιπλέον, τα ελληνικά μηχανουργεία επιβαρύνονται με τα μισθώματα των ξένων εργατών που μεταφέρουν τα ογκώδη αντικείμενα από το εξωτερικό. Οι αναντικατάστατοι έμπειροι Έλληνες τεχνίτες εγκαταλείπουν τα εργοστάσια για άλλα επαγγέλματα ή μεταναστεύουν στο εξωτερικό.

Για το μέλλον προτρέπει να κατασκευάζονται μηχανήματα και πλοία στην Ελλάδα και όχι να παραγγέλνονται από άλλη χώρα, έστω και αν στην ξένη χώρα είναι κατά τι φθηνότερα. Εφόσον τα εισαγόμενα αντιπροσωπεύουν κατά το 80% αξία εργατικών και άλλων κοινωνικών επιβαρύνσεων, όταν μάλιστα οι Έλληνες εργάτες και τεχνίτες είναι χωρίς εργασία και τα παιδιά τους δεν θα μπορέσουν να μάθουν την τέχνη του πατέρα τους. Οι Έλληνες εφοπλιστές να φέρνουν τα πλοία τους για επισκευές στην Ελλάδα από τις οποίες επισκευές θα προκύψει και μεγάλο συναλλαγματικό όφελος.

Επίλογος

Η απίστευτα μεγάλη ποικιλία προϊόντων των ιστορικών μηχανουργείων του Πειραιά, είναι εξωπραγματική για τα σημερινά δεδομένα. Όμως αυτή ακριβώς η ακραία διαφοροποίηση υπήρξε το βασικό γνώρισμα των πρώτων εκείνων μηχανουργείων. Παρατηρούμε ότι η τεράστια γκάμα των προϊόντων τους περιλαμβάνει ογκώδεις μεταλλικές κατασκευές δημοσίων έργων, πλοία, ατμομηχανές, αντλίες, μαγγάνια, πιεστήρια, διακοσμητικά κάγκελα, εργαλεία, κλπ. Αυτή η παραγωγή που χρονικά προηγήθηκε της περισσότερο εξειδικευμένης και μαζικής παραγωγής, έδωσε την δυνατότητα ανάπτυξης σε όλες τις εκφάνσεις της παραγωγικής οικονομίας εκείνου του καιρού.

Τα ίδια μηχανουργεία με τα διαφορετικά μηχανήματά τους βοήθησαν να αξιοποιηθούν όλοι οι επιμέρους τομείς παραγωγής των βασικών – και όχι μόνο – προϊόντων όπως τα αγροτικά (ελιά, σιτάρι, σταφύλι) από τις μικρές βιοτεχνίες στην επαρχία έως τα μεγάλα ατμοκίνητα εργοστάσια που βρίσκονταν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Η Ελληνική βιομηχανία ήταν σε θέση, μέσω αυτών των ιστορικών μηχανουργείων, να κατασκευάζει η ίδια τον μηχανολογικό της εξοπλισμό. Η αυτονομία αυτή είχε ιδιαίτερη βαρύτητα στη περίοδο εκβιομηχάνισης του 19ου αιώνα.

Σήμερα, στις αρχές του 21ου αιώνα, δεν υπάρχει συγκροτημένος βιομηχανικός κλάδος με ενιαία χαρακτηριστικά και κοινές προοπτικές, παρά τα κάποια διάσπαρτα αξιόλογα μηχανουργεία ανά την επικράτεια. Στον σημερινό Πειραιά, ο κλάδος των μηχανουργείων και μηχανοποιείων αποτελεί παρελθόν. Είναι παραμελημένος και θα ήταν ξεχασμένος εάν δεν καταγράφονταν στην ιστορία μέσω της βιομηχανικής αρχαιολογίας. Όμως η ιστορία του μας υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να χάσουμε το πολύτιμο νήμα της παραγωγικής μας ανάπτυξης στο μέλλον.

1

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *