Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

Καταφύγιο αναμνήσεων

Υπάρχουν κάποια σπίτια που αδειάζουν, οι άνθρωποι τα εγκαταλείπουν και ερημώνουν, τότε μοιάζουν περίεργα απόκοσμα μέσα στο συνηθισμένο τοπίο. Σαν να τα τύλιξε μια ομίχλη και τα μετέφερε από κάπου αλλού. Κάπου εκεί σκέφτομαι πως ίσως ο χρόνος να κύλισε διαφορετικά και έδωσε ένα ραντεβού με το τώρα. Μοιάζουν σαν δυο κόσμοι ενωμένοι και παράξενα εναρμονισμένοι με την ίδια επαναλαμβανόμενη στιγμή. Ακόμα και ένα θρόισμα από τα δέντρα στα παλιά παραθύρια, έχει άλλο ήχο. Αυτά τα σπίτια μοιάζουν σαν να ξέχασαν την ιστορία τους και θέλουν να την γράψουν από την αρχή, επιμένοντας στην ίδια θέση. Φθαρμένα, παλιά, ερειπωμένα. Με αράχνες να πλέκουν ανενόχλητες μέσα στην ησυχία του χρόνου τον ιστό τους, τους τοίχους και τα ταβάνια να καταρρέουν με τον καιρό, ότι άλλο αντικείμενο υπάρχει μέσα σε αυτά να μιλάει θλιμμένα για ότι έζησε κάποτε, πριν εγκαταλειφθεί και αυτό στη ροή του χρόνου.

Μόνο που το παρελθόν μοιάζει να τα κυνηγά. Ένα περίεργο και επίμονο κυνηγητό που θέλει να προβάλει τις ίδιες επαναλαμβανόμενες εικόνες του. Κι όμως προσπαθεί το χθες με το σήμερα να ενωθεί και τότε σαν να ανοίγει μια μυστική πόρτα, μέσα από αυτήν μοιάζουν να πετάγονται σαν φαντάσματα ξαφνικά μπροστά μου, οι αναμνήσεις. Παράξενα στοιχειά αλήθεια, έχουν όμως φιλική διάθεση.

Έρχονται κοντά μου και μου μιλούν ατελείωτα, δεν κάνουν παράπονα, μόνο μιλούν, όμορφα μιλούν, τρυφερά, σαν να με παρηγορούν για τις σκέψεις μου, που έρχονται ανεπιθύμητες κάποιες στιγμές μπροστά μου και στέκονται με τα λευκά τους ρούχα, φθαρμένα κι αυτά από τον χρόνο, αλλά λευκά και όμορφα κεντημένα. Περίεργο, σαν να βγήκαν από το παλιό σεντούκι που οι γιαγιάδες τα φύλαγαν προσεχτικά, μην τύχει και αλλοιωθούν από το πέρασμα των εποχών. Αυτά τα φαντάσματα που νομίζω πως ξέρουν τα “πάντα” έρχονται και με κοιτάζουν σαν να μου εξιστορούν τη ζωή τους, ότι έζησαν, ότι τους “κράτησε εκεί”, στο ίδιο παλιό ερειπωμένο σπίτι, σε αυτό το ακατοίκητο σπίτι πια από ανθρώπους, αλλά κατοικία δική τους. Αυτά δεν το πρόδωσαν, δεν το εγκατέλειψαν, το αγαπούσαν αληθινά.

Ας μην τους ενοχλώ σκέφτηκα, η μυστική πόρτα έκλεισε κι αυτή. Σαν να περίμενε την σκέψη μου. Ας τους αφήσω στην ησυχία τους, την αιώνια ησυχία που επέλεξαν. Ίσως κάποτε αποφασίσουν πως δεν έχει αξία άλλη το σπίτι από αυτές τις αναμνήσεις μόνο, από θλιμμένες ή χαρούμενες στιγμές που δεν πρέπει να τους δεσμεύουν, αλλά να πετάξουν ελεύθερα, να ακολουθήσουν το μονοπάτι του Ουρανού, να πάνε σε άλλες αστραφτερές κατοικίες.

Εκεί θα καταλάβουν πως δεν έχουν άλλο σπίτι και κλείνοντας τις αναμνήσεις και όλα τα “γιατί” της ζωής τους στο ίδιο παλιό σεντούκι με τα ασπρόρουχά τους, θα ανήκουν στον αιθέρα, στην Πνοή. Τότε θα λάμπουν, όχι από τα παλιά φθαρμένα τους ρούχα, αλλά τα άφθαρτα… Απομακρύνθηκα και σκεπτόμουν πόσο πολύ η ίδια ζωή μας δεσμεύει τις ψυχές μας, ίσως και εμείς να δεσμεύουμε τους εαυτούς μας. Αφού ο χρόνος δεν υπάρχει, ναι, στην ουσία δεν υπάρχει, μπορεί να ενώνει τις εποχές του και να μας δείχνει την Αλήθεια, το αποτέλεσμα, το καταφύγιο που ζητούν οι ψυχές μας δεν είναι μόνιμο, τελικά το Αληθινό καταφύγιο είναι “αλλού”.

Μαριάνθη Χαρίτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *